Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εόρτια Κηρύγματα και Ομιλίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εόρτια Κηρύγματα και Ομιλίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 29, 2023

Μνήμη των αναιρεθέντων υπό του Ηρώδου αγίων νηπίων: Ο Ιερός Χρυσόστομος για την σφαγή των νηπίων

 


 

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΝΗΠΙΩΝ [:Ματθ.2,13-23]

   «Τότε Ἡρῴδης ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων(:Τότε ο Ηρώδης, όταν είδε ότι οι μάγοι τον εξαπάτησαν και τον ξεγέλασαν, θύμωσε πολύ. Έστειλε λοιπόν στρατιώτες, οι οποίοι σκότωσαν όλα τα παιδιά που ήσαν στη Βηθλεέμ και σε όλα τα περίχωρα και τα σύνορά της, από ηλικία δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με το χρονικό διάστημα που εξακρίβωσε από τους μάγους)»[Ματθ.2,13].

     Δεν έπρεπε βέβαια ο Ηρώδης να οργιστεί αλλά να φοβηθεί και να μαζευτεί και να εννοήσει ότι επιχειρεί ακατόρθωτα πράγματα. Δεν συγκρατείται όμως. Όταν η ψυχή είναι αχάριστη και ανεπίδεκτη δεν υποχωρεί σε κανένα από τα φάρμακα, που δίνει ο Θεός. Ιδού, παρατήρησε και τούτον πώς συναγωνίζεται τους προηγούμενούς του σε κακία· προσθέτει φόνο στους φόνους και παντού τρέχει κατά κρημνού. Σαν να ήταν κυριευμένος από κάποιον δαίμονα της οργής αυτής και του μίσους. Δεν υπολογίζει κανένα, μανιάζει και εναντίον των μάγων που τον γέλασαν, αφήνει την οργή του να ξεσπάσει κατά των παιδιών, που δεν τον είχαν σε τίποτε βλάψει και αποτολμά στην Παλαιστίνη ένα δράμα συγγενικό με όσα είχαν τότε συμβεί στην Αίγυπτο[:Αναφέρεται εδώ ο Ιερός Χρυσόστομος στην διαταγή του Φαραώ να θανατώνονται όλα τα αρσενικά παιδιά που γεννούσαν οι Ισραηλίτες: βλ. Εξοδ.1,15 κ.ε.]. Διότι λέγει: «Καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων(:Έστειλε λοιπόν στρατιώτες, οι οποίοι σκότωσαν όλα τα παιδιά που ήσαν στη Βηθλεέμ και σε όλα τα περίχωρα και τα σύνορά της, από ηλικία δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με το χρονικό διάστημα που εξακρίβωσε από τους μάγους)»[Ματθ.2,16].

   Στο σημείο αυτό δείξτε παρακαλώ πολλή προσοχή. Πολλοί λένε πολλές φλυαρίες για τα παιδιά αυτά, και χαρακτηρίζουν ως αδικία αυτά που συνέβησαν. Και άλλοι από αυτούς διατυπώνουν μετριοπαθέστερα την απορία τους, άλλοι πάλι με μεγαλύτερο θράσος και πείσμα. Για να απαλλάξουμε λοιπόν τους μεν από το πείσμα τους και τους δε από την απορία, ζητώ να έχω την ανοχή σας, για να σας ομιλήσω για το ζήτημα αυτό.

   Αν η κατηγορία τους είναι αυτή, ότι δηλαδή επιδείχτηκε αδιαφορία για τη θανάτωση των παιδιών, ας κατηγορήσουν και τη σφαγή των στρατιωτών που φύλασσαν τον Πέτρο. Εδώ όταν έφυγε το Παιδί, σφάζονται άλλα παιδιά στη θέση αυτού που ζητούσαν. Και τότε πάλι, όταν ο άγγελος ελευθέρωσε τον Πέτρο από τη φυλακή και τις αλυσίδες, ένας ομώνυμος και ομότροπος του τυράννου αυτού[:πρόκειται για τον Ηρώδη τον Αγρίπα, υιό του Αριστόβουλου και εγγονό του Μεγάλου Ηρώδου που είχε διατάξει τη σφαγή των νηπίων. Κατά τους αποστολικούς χρόνους ήταν βασιλιάς και καταδίωξε την Εκκλησία θανατώνοντας, μάλιστα, και τον αδελφό του Ιωάννου, τον Ιάκωβο(Πράξ.19,2). Το τέλος του, το 44 μ. Χ., υπήρξε οικτρότατο, καθώς πέθανε ξαφνικά γενόμενος σκωληκόβροτος(Πράξ.12,20-23)], όταν τον ζήτησε και δεν τον βρήκε, εξόντωσε στη θέση του τους στρατιώτες που τον φύλασσαν(βλ. Πράξ. κεφ.12 από την αρχή και ειδικότερα Πράξ.12,19: «Ἡρῴδης δὲ ἐπιζητήσας αὐτὸν καὶ μὴ εὑρών, ἀνακρίνας τοὺς φύλακας ἐκέλευσεν ἀπαχθῆναι, καὶ κατελθὼν ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας εἰς τὴν Καισάρειαν διέτριβεν(:Στο μεταξύ ο Ηρώδης διέταξε να ψάξουν τον Πέτρο και επειδή φυσικά δεν τον βρήκε, υπέβαλε σε ανάκριση τους φρουρούς που είχαν αναλάβει τη φύλαξή του. Και επειδή τους θεώρησε υπευθύνους για την αποφυλάκιση του Πέτρου, διέταξε και τους οδήγησαν στον τόπο της θανατικής τους εκτελέσεως, (όπου και τους εκτέλεσαν)[Οι στρατιώτες θεωρούνταν τότε απόλυτα υπεύθυνοι για τη φύλαξη των κρατουμένων  και έπρεπε, σε περίπτωση δραπετεύσεώς τους, να υποστούν οι ίδιοι, κατά τον ρωμαϊκό νόμο, την ποινή, που είχε οριστεί να υποστούν οι κρατούμενοι που τους είχαν ξεφύγει]».

     «Τι σχέση έχει αυτό με τη σφαγή των νηπίων;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. «Αυτό δεν αποτελεί λύση, αλλά περιπλοκή του ζητήματος».

    Το γνωρίζω και εγώ και για τον λόγο αυτόν φέρω στη μέση όλα τα παρόμοια γεγονότα, για να δώσω σε όλα την ίδια λύση. Ποια είναι λοιπόν η λύση και ποια  πειστική απάντηση έχουμε να δώσουμε; Ότι δεν είναι ο Χριστός αίτιος της σφαγής εκείνης των νηπίων, αλλά υπεύθυνη είναι η σκληρότητα του βασιλιά· όπως και της σφαγής των φρουρών του Πέτρου υπεύθυνος δεν είναι ο Πέτρος, αλλά η ανοησία του Ηρώδη: αν έβλεπε έναν τοίχο τρυπημένο ή πύλες να έχουν ανατραπεί, θα μπορούσε να κατηγορήσει για αμέλεια τους στρατιώτες, που φύλασσαν τον Απόστολο· τώρα όμως όλα βρίσκονταν στη θέση τους· και οι θύρες ήσαν κλεισμένες και οι αλυσίδες κλειδωμένες στα χέρια των φρουρών, διότι ήσαν δεμένοι όλοι με αυτόν[οι φύλακες τότε δένονταν μαζί με τους υποδίκους για μεγαλύτερη ασφάλεια]. Μπορούσε λοιπόν να συμπεράνει από αυτά, αν έκρινε ορθά για όσα είχαν συμβεί, ότι αυτό που είχε γίνει δεν ήταν έργο ανθρώπου ούτε πράξη κάποιου εχθρού του, αλλά ενέργεια μίας θείας και θαυματουργικής δυνάμεως. Έτσι, έπρεπε να προσκυνήσει τον αίτιο του γεγονότος και όχι να στραφεί κατά των φρουρών. Με αυτό το νόημα ο Θεός έπραξε όλα όσα έπραξε. Όχι μόνο δεν ήθελε να θυσιάσει τους φρουρούς, αλλά και τον βασιλέα να οδηγήσει με αυτά στην αλήθεια. Αν εκείνος φάνηκε αγνώμονας, τι σχέση μπορεί να έχει με τον σοφό Ιατρό των ψυχών η αταξία του ασθενούς;

     Μπορούμε να πούμε και εδώ το ίδιο. Γιατί οργίστηκες, Ηρώδη, όταν σε περιγέλασαν οι μάγοι και δεν επέστρεψαν να σου πουν πού είναι το παιδί; Δεν αντιλήφτηκες ότι το παιδί αυτό που γεννήθηκε ήταν εκ Θεού; Εσύ δεν κάλεσες σε σύσκεψη τους αρχιερείς; Εσύ δε συγκέντρωσες τους γραμματείς; Μήπως εκείνοι όταν προσκλήθηκαν, δεν έφεραν μαζί τους  ως μάρτυρα στο δικό σου δικαστήριο και τον προφήτη, που  από παλαιά προανήγγειλε όλα αυτά με τον φωτισμό του ουρανού; Δεν είδες ότι τα παλαιά ήσαν σύμφωνα με τα νέα και ότι επρόκειτο για την εκπλήρωση μιας προφητείας που πριν από τόσους αιώνες είχε πει ο Μιχαίας; Δεν άκουσες ότι ακόμη και το άστρο υπηρέτησε το γεγονός; Δεν σεβάστηκες τον ζήλο των βαρβάρων, των ειδωλολατρών αυτών μάγων; Δεν θαύμασες το θάρρος τους; Δεν ρίγησες από την επαλήθευση του προφήτη; Δεν αντιλήφθηκες τα πρόσφατα επί τη βάσει των προηγούμενων; Για ποιο λόγο δεν έκανες από όλα αυτά τη σκέψη ότι το γεγονός δεν ήταν μία πλεκτάνη των μάγων, αλλά ότι η θεία δύναμη οικονομούσε τα πάντα προς την ορθή κατεύθυνση; Αλλά και αν εξαπατήθηκες από τους μάγους, σε τι σου είχαν φταίξει τα παιδιά, που δεν είχαν διαπράξει καμία αδικία;

     «Μάλιστα», μας λέει κάποιος. «Ωραία άφησες αναπολόγητο τον Ηρώδη και τον παρουσίασες μιαρό και αιμοχαρή φονιά. Δεν ανασκεύασες όμως ακόμη την ένσταση της αδικίας για όσα είχαν συμβεί. Αν εκείνος έπραττε άδικα, γιατί συγκατατέθηκε ο Θεός;»

    Τι θα απαντήσουμε σε αυτό; Εκείνο το οποίο πάντοτε και στην εκκλησία και στην αγορά και παντού δε θα πάψω να επαναλαμβάνω. Αυτό θέλω να διατηρείτε και εσείς με ακρίβεια στη μνήμη σας· είναι ένας κανόνας που αρμόζει προς απάντηση σε κάθε τέτοια απορία σας. Ποιος είναι αυτός ο κανόνας και ποιος ο λόγος; Είναι πολλοί όσοι αδικούν, αλλά κανένας ποτέ δεν αδικείται. Και για να μην σας ταράσσει περισσότερο το αίνιγμά μου, δίνω αμέσως τη λύση. Ό,τι άδικο και αν πάθουμε από κάποιον, υπολογίζει ο Θεός την αδικία αυτή ή προς διαγραφή αμαρτημάτων μας ή για να μας δώσει ανταμοιβή.

    Και για να αποσαφηνιστεί καλύτερα αυτό που σας λέω και να γίνει περισσότερο κατανοητό, ας χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι ένας υπηρέτης οφείλει πολλά χρήματα στον κύριό του. Έπειτα, ότι ο υπηρέτης αυτός δέχεται τη βία αδίκων ανθρώπων, που του αφαιρούν μέρος από τα δικά του. Αν λοιπόν ο κύριος, ο οποίος μπορούσε να εμποδίσει τους άρπαγες και τους πλεονέκτες αυτούς ανθρώπους, δεν βάλει στη θέση τους τα χρήματα, αλλά υπολογίσει τα χρήματα αυτά που κλάπηκαν σε εκείνα που του οφείλει ο δούλος, μήπως στην περίπτωση αυτή ο δούλος έχει τάχα αδικηθεί; Καθόλου, βέβαια. Και ο κύριός του τού αποδώσει και ακόμη περισσότερα; Δεν θα έχει έτσι και μεγαλύτερο κέρδος ο δούλος αυτός; Είναι, νομίζω, φανερό σε όλους. Το ίδιο, κατά συνέπεια, ας σκεπτόμαστε και εμείς, για όσες αδικίες μάς γίνονται, ότι δηλαδή ή διαγράφονται αμαρτήματά μας ή κερδίζουμε λαμπρότερους στεφάνους αν δεν έχουμε ανάλογα αμαρτήματα.

      Άκουσε λοιπόν για το αντιστάθμισμα αυτό των όποιων αδικιών γίνονται σε βάρος μας τον Παύλο να λέγει σχετικά με εκείνον τον Κορίνθιο που είχε πορνεύσει: «Παραδοῦναι τὸν τοιοῦτον τῷ σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός, ἵνα τὸ πνεῦμα σωθῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ(:Ας παραδώσουμε αυτόν τον άνθρωπο στο σατανά, αποκόπτοντάς τον από την Εκκλησία, για να τιμωρηθεί και να ταλαιπωρηθεί σκληρά το σώμα του και να συνετιστεί και να συνέλθει με την παιδαγωγική αυτή τιμωρία, ώστε να σωθεί  έτσι η ψυχή του κατά τη μεγάλη εκείνη ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας Ιησού)» [Α΄Κορ.5,5]. «Και ποια σχέση έχει αυτό;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Ο λόγος μας είναι για όσους αδικούνται από άλλους, όχι για όσους διορθώνουν οι διδάσκαλοι. Μάλιστα δεν υπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ αυτών των δύο περιπτώσεων· διότι το ζήτημά μας ήταν το αν η αδικία δεν αποτελεί πραγματική ζημία για εκείνον που αδικήθηκε.

      Αλλά για να φέρω τον λόγο μου πλησιέστερα στο θέμα, θυμηθείτε τον Δαβίδ. Όταν είδε τον Σεμεΐ[:μέλος της ευρύτερης οικογένειας του Σαούλ] να ορμά εναντίον του, να του επιτίθεται στη συμφορά του και τον περιλούει με αμέτρητους εξευτελισμούς, ενώ κάποιος από τους στρατηγούς του, ο Αβεσσά, ήθελε να τον φονεύσει, τον εμπόδισε[Β΄Βασ. 16,11-12: «Καὶ εἶπε Δαυὶδ πρὸς Ἀβεσσὰ καὶ πρὸς πάντας τοὺς παῖδας αὐτοῦ· ἰδοὺ ὁ υἱός μου ὁ ἐξελθὼν ἐκ τῆς κοιλίας μου ζητεῖ τὴν ψυχήν μου, καὶ προσέτι νῦν ὁ υἱὸς τοῦ Ἰεμινί· ἄφετε αὐτὸν καταρᾶσθαι, ὅτι εἶπεν αὐτῷ Κύριος·εἴπως ἴδοι Κύριος ἐν τῇ ταπεινώσει μου καὶ ἐπιστρέψει μοι ἀγαθὰ ἀντὶ τῆς κατάρας αὐτοῦ τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ(:Ο Δαβίδ είπε προς τον Αβεσσά και προς όλους τους γύρω αυλικούς του και στρατιώτες του:’’ αφού ο υιός μου, ο  Αβεσσαλώμ, ο οποίος είναι δικός μου γόνος, ζητεί να πάρει τη ζωή μου, πόσο μάλλον ο Σεμεΐ, αυτός ο Βενιαμίτης; Αφήστε τον να με καταριέται, διότι είπε αυτό σε αυτόν ο Κύριος. Υπομένω τις κατάρες του, μήπως δει ο Θεός τον εξευτελισμό μου αυτόν και με ανταμείψει με αγαθά, αντί της κατάρας η οποία κατά την ημέρα αυτήν εκσφενδονίστηκε εναντίον μου)»].Και στους Ψαλμούς του επίσης ο Δαβίδ ψάλλει: «Ἲδε τὴν ταπείνωσίν μου καὶ τὸν κόπον μου καὶ ἄφες πάσας τὰς ἁμαρτίας μου. ἴδε τοὺς ἐχθρούς μου, ὅτι ἐπληθύνθησαν καὶ μῖσος ἄδικον ἐμίσησάν με(:Δες πόσο ταπεινώθηκα, δες τον μόχθο και τους στεναγμούς μου· και για την ταπείνωση και τον κόπο μου αυτόν συγχώρησέ μου, σε παρακαλώ, όλες μου τις αμαρτίες για τις οποίες βασανίζομαι. Δες πόσο πολύ αυξήθηκαν οι εχθροί μου και πόσο άδικα με μισούν, χωρίς εγώ να τους έχω βλάψει σε κάτι[Ψαλμ.24,18-19]. Για τον λόγο αυτόν έλαβε και ο φτωχός Λάζαρος την αμοιβή του, επειδή υπέστη στη ζωή του αμέτρητα δεινά[βλ. Λουκά, κεφ.16, παραβολή του ανοικτίρμονος πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου]. Δεν αδικούνται λοιπόν όσοι αδικήθηκαν, αν υποφέρουν με γενναιότητα, όλα όσα υφίστανται, αλλά και μεγαλύτερο κέρδος έχουν, είτε από τον Θεό παιδεύονται είτε από τον διάβολο βασανίζονται.

     «Και ποια αμαρτία είχαν τα παιδιά αυτά, για να διαγραφεί;», θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος. «Έναν τέτοιον ισχυρισμό μπορεί να προβάλει κανείς για όσους είναι σε προχωρημένη ηλικία και έχουν διαπράξει πολλά σφάλματα. Όποιοι όμως είχαν ένα τέτοιο πρόωρο τέλος, ποια αμαρτήματά τους εξόφλησαν με τα δεινοπαθήματά τους;».

     Δεν άκουσες να λέω ότι και αν ακόμη δεν υπάρχουν αμαρτήματα, στη μέλλουσα ζωή δίνονται αμοιβές σε αυτούς που εδώ στη γη αδικούνται και υποφέρουν; Με μία τέτοια προϋπόθεση, ποια ζημία έπαθαν τα παιδιά που φονεύτηκαν και μεταφέρθηκαν αμέσως στο ακύμαντο λιμάνι; Ίσως αν ζούσαν, θα ήσαν σε θέση να κατορθώσουν πολλά και μεγάλα πράγματα. Αλλά για τον λόγο αυτόν τους επιφυλάσσει όχι ασήμαντο μισθό, για το ότι τελείωσαν τη ζωή τους, ενώ υπήρχε μία τέτοια προοπτική. Αν ήταν αλλιώς, ούτε που θα άφηνε καθόλου ο Θεός να πεθάνουν πρόωρα αυτά τα παιδιά, αν επρόκειτο να αποβούν σπουδαίες προσωπικότητες. Αν με τόση μακροθυμία ανέχεται αυτούς που πρόκειται να ζουν αδιάκοπα μέσα στην κακία, πολύ περισσότερο δε θα επέτρεπε να πεθάνουν τα παιδιά με αυτόν τον τρόπο, αν πρόβλεπε ότι θα επιτελούσαν μεγάλα έργα.

    Αυτές είναι οι δικές μας εξηγήσεις. Και δεν είναι βεβαίως μόνο αυτοί οι λόγοι που ο Κύριος επέτρεψε την σφαγή των αθώων αυτών νηπίων· υπάρχουν και άλλοι πιο απόρρητοι, που τους γνωρίζει με ακρίβεια Εκείνος που οικονομεί όλα αυτά. Ας αφήσουμε λοιπόν σε Εκείνον την ενέργεια για την ακριβέστερη κατανόηση του θέματος αυτού και εμείς ας προχωρήσουμε στη συνέχεια και από τις συμφορές στις οποίες οι άλλοι μας υποβάλλουν ας διδασκόμαστε να υποφέρουμε τα πάντα με γενναιότητα.

    Πραγματικά δεν έπεσε στη Βηθλεέμ τότε μικρή τραγωδία, να αρπάζονται τα παιδιά από την αγκάλη των μητέρων και να οδηγούνται στην άδικη αυτή σφαγή. Αν όμως διατηρείς ακόμη την μικροψυχία και δεν εννοείς τη σκοπιμότητα του γεγονότος, πληροφορήσου το τέλος εκείνου που το τόλμησε και πάρε μικρή αναπνοή· διότι τον βρήκε ταχύτατη η δίκη γι' αυτά και έλαβε την προσήκουσα και την αντάξια τιμωρία στο αποτρόπαιο έγκλημά του. Τέλειωσε τη ζωή του με σκληρό θάνατο, αθλιότερο από εκείνον που είχε τολμήσει σε βάρος των αθώων αυτών νηπίων[:πέθανε στην Ιεριχώ έπειτα από μια μακρόχρονη και εξαιρετικά επώδυνη ασθένεια]. Έπαθε και άλλα άπειρα δεινά που θα μάθετε, εάν διαβάσετε τη σχετική διήγηση του Ιώσηπου[:ο Φλάβιος Ιώσηπος ήταν ιστορικός και στρατηγός του ιουδαϊκού επαναστατικού στρατού στη Γαλιλαία κατά τον πόλεμο εναντίον της Ρώμης το 66-70μ.Χ. Έγραψε τα συγγράμματά του στα ελληνικά· πιο συγκεκριμένα, έγραψε τον ιουδαϊκό πόλεμο σε 7 βιβλία, την ιουδαϊκή Αρχαιολογία σε 20 βιβλία, τον δικό του Βίο, και τέλος τον Κατ’Απίωνος, λόγο στον οποίο απολογείται για τις όσες κατηγορίες διατυπώνονται σε βάρος των Ιουδαίων] και την οποία δεν θεωρήσαμε απαραίτητο να παρεμβάλουμε εδώ, για να μην κάνουμε τον λόγο μας μακρό και διακοπεί η συνέχειά του.

    «Τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν ὑπὸ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· Φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ῥαχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν(:Τότε πραγματοποιήθηκε πλήρως εκείνο που προφήτευσε ο προφήτης Ιερεμίας: ‘’Φωνή σπαρακτική ακούστηκε στο χωριό Ραμά της φυλής Βενιαμίν, θρήνος και κλάματα και οδυρμός  πολύ. Η σύζυγος του Ιακώβ Ραχήλ, που ήταν εκεί θαμμένη, κλαίει τα παιδιά της(με το στόμα των απογόνων της μητέρων που στερήθηκαν τα μικρά του) και δεν θέλει με κανένα τρόπο να παρηγορηθεί, διότι τα αθώα αυτά παιδιά δεν υπάρχουν πλέον στη ζωή’’)»[:στα συμφραζόμενα του παραπάνω χωρίου ο προφήτης Ιερεμίας περιγράφει τη σύζυγο του Ιακώβ Ραχήλ, τη μητέρα του Ιωσήφ και του Βενιαμίν,να κλαίει από τον τάφο της την εξορία των παιδιών της, όταν αυτά έρχονταν κοντά της οδηγούμενα στην αιχμαλωσία της Βαβυλώνας. Όμως το κεφάλαιο αυτό είναι προφητικό των χρόνων της Καινής Διαθήκης,  γι' αυτό το χωρίο αυτό αναφέρεται και στο γεγονός αυτό της ιστορίας της Καινής Διαθήκης, έστω και αν ο Ιερεμίας είχε κατά νουν τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για απλή προσαρμογή των λόγων του Ιερεμία σε ένα εντελώς διαφορετικό γεγονός. Εάν ο Ιερεμίας  μπόρεσε να παραστήσει απαρηγόρητη τη Ραχήλ για την αναχώρηση των υιών της στην εξορία, η εικόνα αυτή βρίσκει πραγματική και ζωηρότερη εφαρμογή προκειμένου να περιγραφεί η λύπη των Ισραηλιτισσών μητέρων, των οποίων τα τέκνα παρέδωσε ο Ηρώδης σε σφαγή].

    Επειδή πλημμύρισε με φρίκη την ψυχή του ακροατή, αφού διηγήθηκε όλα αυτά, την άγρια σφαγή, την άδικη, τη σκληρότατη, την παράνομη, τον παρηγορεί πάλι ο ευαγγελιστής· του λέγει ότι δεν έγιναν αυτά, επειδή δεν είχε τη δύναμη ο Θεός να τα εμποδίσει και επειδή δεν τα γνώριζε, αφού και από προηγουμένως τα γνώριζε και τα είχε προαναγγείλει με το στόμα του προφήτη[Ιερ.31,15]. Μην ταραχθείς λοιπόν και μην απογοητευθείς αποβλέποντας στην απερίγραπτη και ανεξερεύνητη πρόνοιά Του, που είναι δυνατόν άριστα να τη διαπιστώσουμε και από όσα ενεργεί και από όσα παραχωρεί να συμβούν.

      Αυτό και σε άλλο σημείο του Ευαγγελίου ο Κύριος, συνομιλώντας με τους μαθητές Του άφησε να εννοηθεί. Όταν προανήγγειλε σε αυτούς τα δικαστήρια που θα αντιμετώπιζαν, τις συλλήψεις, τους πολέμους από όλη την οικουμένη, τη χωρίς ανακωχή μάχη, τότε πρόσθεσε για να ανακουφίσει την ψυχή τους και να τους παρηγορήσει: «Οὐχὶ δύο στρουθία ἀσσαρίου πωλεῖται; καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται ἐπὶ τὴν γῆν ἄνευ τοῦ πατρὸς(:Κι αν ακόμη σας θανατώνουν, μη νομίσετε ότι ο Θεός σας εγκατέλειψε και γι’ αυτό θανατώνεστε. Όχι. Δύο σπουργίτια δεν πωλούνται στην τιμή των δέκα λεπτών; Κι όμως, ένα από αυτά δεν θα πέσει νεκρό στη γη χωρίς να το επιτρέψει ο Πατέρας σας)»[Ματθ.10.29]. Τα έλεγε αυτά, για να δείξει σε αυτούς ότι δε γίνεται τίποτε, που Εκείνος αγνοεί· τα γνωρίζει όλα, μολονότι δεν επεμβαίνει σε όλα. Μην ταράττεστε λοιπόν και μην ανησυχείτε· διότι Αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε και είναι σε θέση να τα εμποδίσει, είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για εσάς. Τη σκέψη αυτήν να κάνουμε και για τους δικούς μας πειρασμούς και από αυτή θα αντλήσουμε την απαραίτητη παρηγορία.

      «Και τι κοινό υπάρχει μεταξύ Ραχήλ και Βηθλεέμ;», θα ρωτούσε κάποιος. Διότι λέγει: «Ῥαχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς». «Και τι κοινό πάλι μεταξύ Ραμά και Ραχήλ;».  Η Ραχήλ ήταν μητέρα του Βενιαμίν και μετά τον θάνατό της την έθαψαν στον ιππόδρομο, που βρίσκεται εκεί κοντά[Γέν.35,19: «Ἀπέθανε δὲ Ῥαχὴλ καὶ ἐτάφη ἐν τῇ ὁδῷ τοῦ ἱπποδρόμου Ἐφραθᾶ (αὕτη ἐστὶ Βηθλεέμ)(:Πέθανε η Ραχήλ και ενταφιάστηκε κοντά στην ευρεία οδό, όπου ανεμπόδιστα μπορούσαν να τρέχουν οι ίπποι. Η Εφραθά είναι αυτή που σήμερα λέγεται Βηθλεέμ)»]. Επειδή λοιπόν και ο τάφος ήταν κοντά, και η περιοχή ανήκε στον κλήρο του παιδιού της Βενιαμίν(διότι η Ραμά ανήκε στη φυλή του Βενιαμίν),   γι' αυτό και δίκαια αποκαλεί δικά της τα παιδιά και εξαιτίας του αρχηγού της φυλής, του γιου της δηλαδή του Βενιαμίν, και από τον τόπο της ταφής, την Βηθλεέμ, και παρουσιάζοντας στη συνέχεια το γεγονός ως πληγή αθεράπευτη και οδυνηρή, λέγει: «Οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν(:Δεν θέλει με κανένα τρόπο να παρηγορηθεί, διότι τα αθώα αυτά παιδιά δεν υπάρχουν πλέον στη ζωή)». Από εδώ πάλι διδασκόμαστε αυτό που έλεγα προηγουμένως· να μην ταρασσόμαστε ποτέ, όταν όσα γίνονται, φαίνονται προσκαίρως αντίθετα προς την υπόσχεση του Θεού.

      Ιδού λοιπόν ποια ήσαν τα προοίμια της ελεύσεώς Του για τη σωτηρία του λαού ή μάλλον για τη σωτηρία ολόκληρης της οικουμένης. Η μητέρα Του υποχρεώνεται σε φυγή, περιπίπτει η ιδιαίτερη πατρίδα Του σε αθεράπευτα δεινά και αποτολμάται έγκλημα σκληρότερο από κάθε άλλο, θρήνος πολύς και οδυρμός και παντού κραυγές. Αλλά να μην ταραχθείς. Συνηθίζει να πραγματοποιεί τα σχέδιά Του και με τα αντίθετα και μας παρέχει έτσι μέγιστη απόδειξη της δυνάμεώς Του. Έτσι οδηγούσε και τους μαθητές Του και τους προετοίμαζε να επιτυγχάνουν τα πάντα, επιτελώντας την πραγματοποίηση των αντιθέτων με τα αντίθετα για να γίνει το θαύμα μεγαλύτερο. Και εκείνοι αν και μαστιγώνονταν και εκδιώκονταν και υπέμεναν άπειρα δεινά, νίκησαν εκείνους οι οποίοι τους μαστίγωναν και τους κατεδίωκαν.             

     «Τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ. λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου(:Όταν πέθανε λοιπόν ο Ηρώδης, ιδού ένας άγγελος Κυρίου φάνηκε στον Ιωσήφ σε όνειρο στην Αίγυπτο και του είπε: ‘’Σήκω και πάρε το παιδί και τη μητέρα του και πήγαινε με την ησυχία σου στη χώρα των Ισραηλιτών· διότι έχουν πεθάνει πλέον εκείνοι που ζητούσαν να πάρουν τη ζωή του παιδιού’’)»[Ματθ.2,19]. Δεν λέγει: «Φεύγε», αλλά «πορεύου».

    Είδες πάλι μετά τον πειρασμό την άνεση και μετά την άνεση τον κίνδυνο πάλι; Διότι ελευθερώθηκε μεν από την ανάγκη του εκπατρισμού, και επέστρεψε πάλι στην πατρική του γη και είδε να έχει πεθάνει ο φονιάς των παιδιών, όταν όμως επανήλθε στην πατρίδα του, βρίσκει εκεί υπόλοιπα των παλαιών κινδύνων· βρήκε να ζει δηλαδή εκεί και να έχει το βασιλικό αξίωμα ο υιός του τυράννου. Και γιατί τώρα βασίλευε στην Ιουδαία ο Αρχέλαος[:ο Αρχέλαος, αποδείχτηκε σκληρότερος από τον πατέρα του, από τον οποίο και ο φόβος του Ιωσήφ να εγκατασταθεί στην περιοχή του. Καταγγέλθηκε στη Ρώμη για τη σκληρότητά του, εξορίστηκε έπειτα από εννέα ετών ηγεμονία και πέθανε στη Βιέννη], ενώ ηγεμόνας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος; Ήταν πρόσφατος ο θάνατος του Ηρώδη και δεν είχε ακόμη διαμοιραστεί και διαιρεθεί σε πολλά μέρη η βασιλεία. Επειδή πριν λίγο μόλις καιρό είχε πεθάνει ο Ηρώδης ο Μέγας, είχε τώρα την εξουσία ο υιός στη θέση του πατρός του. Είχε βέβαια και αδελφό ο Ηρώδης ο Μέγας με το ίδιο όνομα, γι’ αυτό ο Ευαγγελιστής προς διάκρισή τους πρόσθεσε: «ἀντὶ Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ(:βασίλευε ο Αρχέλαος στη θέση του πατέρα του του Ηρώδη)». Αν όμως ο Ιωσήφ φοβόταν να έλθει στην Ιουδαία εξαιτίας του Αρχέλαου, έπρεπε να φοβηθεί και στη Γαλιλαία εξαιτίας του νέου Ηρώδη[:πρόκειται για τον Ηρώδη τον Αντίπα, υιό του Μεγάλου Ηρώδη, τετράρχη της Γαλιλαίας και της Περσίας]. Αφού όμως άλλαξε το μέρος της εγκατάστασής τους και πήγε στη Ναζαρέτ, δημιουργούνταν κάποια σύγχυση και συσκότιση· διότι η μανία όλη και η προσοχή είχε στραφεί κατά της Βηθλεέμ και των περιχώρων της. Αφού είχε λοιπόν εκτελεστεί η σφαγή όλων των παιδιών που είχαν την επίφοβη ηλικία, νόμιζε ο νεαρός Αρχέλαος ότι είχε συντελεστεί το παν και ότι ανάμεσα στα πολλά παιδιά είχε φονευθεί και το παιδί που ζητούσαν. Αφού εξάλλου είχε δει και το κακό τέλος του πατέρα του, έγινε διστακτικότερος στο να προχωρήσει περισσότερο και να τον συναγωνιστεί στην παρανομία.

    Έρχεται λοιπόν ο Ιωσήφ στη Ναζαρέτ και αποφεύγει έτσι τον κίνδυνο, ενώ συγχρόνως εγκαθίσταται στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Για περισσότερη ενθάρρυνσή του λαμβάνει και τη σχετική με αυτό πληροφορία του αγγέλου. Ο Λουκάς βέβαια δεν αναφέρει ότι ήλθε εκεί έπειτα από υπόδειξη του αγγέλου αλλά ότι αφού εκπλήρωσαν όλοι τον απαιτούμενο καθαρισμό, επέστρεψαν στη Ναζαρέτ[Λουκ.2,39: «Καὶ ὡς ἐτέλεσαν ἅπαντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ(:Και όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία τελείωσαν όλα όσα ο νόμος του Κυρίου όριζε για τον καθαρισμό και την αφιέρωση του παιδιού, γύρισαν πίσω στη Γαλιλαία, στην πατρίδα τους τη Ναζαρέτ)». Τι μπορούμε να πούμε; Ότι ο Λουκάς αναφέρεται στο χρόνο προ της καθόδου στην ΑίγυπτοΔεν ήταν δυνατό να τους οδηγήσει ο Ιωσήφ εκεί προ του καθαρμού, για να μην διαπραχθεί παράβαση του μωσαϊκού νόμου. Περίμενε να γίνει ο καθαρμός για να έλθει στη Ναζαρέτ και τότε μόνο να μεταβούν στην Αίγυπτο. Και αφού επανήλθαν από την Αίγυπτο, τους δίνει εντολή να έλθουν στη Ναζαρέτ. Πριν από το γεγονός αυτό δεν είχαν λάβει τον χρηματισμό στο όνειρό τους να μεταβούν εκεί, αλλά με την εγκατάστασή τους στην πατρίδα τους το πραγματοποιούσαν τούτο από μόνοι τους. Επειδή δηλαδή δεν είχαν μεταβεί στη Βηθλεέμ παρά για την απογραφή μόνο, και επειδή δεν είχαν πού να μείνουν, αφού ολοκλήρωσαν τον σκοπό για τον οποίο είχαν ανέλθει, επέστρεψαν στη Ναζαρέτ. Για τον λόγο αυτόν και ο άγγελος προς καθησυχασμό, τούς αποδίδει στην πατρίδα τους. Και δεν το εκτελεί και τούτο απλώς και τυχαία, αλλά το συνοδεύει με την προφητεία· διότι λέγει ο ευαγγελιστής: «ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται(:για να πραγματοποιηθεί έτσι εκείνο που είπαν οι προφήτες, ότι ο Ιησούς θα ονομαστεί περιφρονητικά από τους εχθρούς του Ναζωραίος)»[Ματθ.2,23].

   Ποιος προφήτης είπε την προφητεία αυτήν; Μην είσαι περίεργος και μη λεπτολογείς, διότι πολλά προφητικά βιβλία έχουν εξαφανιστεί. Και αυτό δύναται να το συμπεράνει κανείς από τη διήγηση των ιστορικών βιβλίων των «Παραλειπομένων»Πραγματικά, καθώς οι Ιουδαίοι ήσαν αδιάφοροι και διαρκώς περιέπιπταν στην ασέβεια, άλλα από τα βιβλία τα άφηναν να χάνονται και άλλα τα έκαιγαν και τα έσχιζαν οι ίδιοι. Και την καύση των βιβλίων τη διηγείται ο Ιερεμίας[Ιερ.43,23-24: «Καὶ ἐγενήθη ἀναγινώσκοντος Ἰουδὶν τρεῖς σελίδας καὶ τέσσαρας, ἀπέτεμεν αὐτὰς τῷ ξυρῷ τοῦ γραμματέως καὶ ἔῤῥιπτεν εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐπὶ τῆς ἐσχάρας, ἕως ἐξέλιπε πᾶς ὁ χάρτης εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐπὶ τῆς ἐσχάραςκαὶ οὐκ ἐζήτησαν καὶ οὐ διέῤῥηξαν τὰ ἱμάτια αὐτῶν ὁ βασιλεὺς καὶ οἱ παῖδες αὐτοῦ οἱ ἀκούοντες πάντας τοὺς λόγους τούτους(:Κατά τον χρόνο όμως που ο Ιουδίν διάβαζε τρεις και τέσσερις σελίδες, ο βασιλιάς με το μαχαιράκι του γραμματέα τις έκοβε και τις έριχνε στη φωτιά, που βρισκόταν στη σχάρα, στο πύραυνο. Έτσι λοιπόν παρέδωσε στο πυρ όλη την περγαμηνή. Ο βασιλιάς και οι αυλικοί που βρίσκονταν γύρω του δεν συγκλονίστηκαν από όσα ήταν γραμμένα στην περγαμηνή, δεν διέρρηξαν ως ένδειξη λύπης και μετανοίας τα ενδύματά τους, ακούγοντας τα λόγια αυτά)»], ενώ την καταστροφή ο συγγραφέας του τετάρτου βιβλίου των Βασιλειών, που μας λέγει ότι έπειτα από πολύ χρόνο κατά τύχη βρέθηκε το Δευτερονόμιο θαμμένο κάπου και εξαφανισμένο[Δ΄Βασ.21 κ.ε.]. Και αν είχαν έτσι εγκαταλείψει τα βιβλία χωρίς να υπάρχουν βάρβαροι, πολύ περισσότερο θα το έκαναν, όταν έκαναν επιδρομές βαρβάρων. Ειπώθηκαν αυτά, διότι όπως Τον προανήγγειλαν οι προφήτες, έτσι, «Ναζωραίο», Τον αποκαλούν και οι Απόστολοι σε πολλά σημεία.

     «Αυτό λοιπόν μήπως έριχνε κάποια σκιά στην προφητεία για τη Βηθλεέμ;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος. Καθόλου. Απεναντίας αυτό ακριβώς κινεί και διεγείρει το ενδιαφέρον προς έρευνα όσων λέγονται  γι΄Αυτόν. Έτσι και ο Ναθαναήλ συμμετέχει στην αναζήτηση και όταν ο Φίλιππος του λέγει: «Ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ(:Βρίσκει στο μεταξύ ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ και του λέει: ’’Εκείνον για τον οποίο έγραψε ο Μωυσής στο νόμο και προανήγγειλαν οι προφήτες, τον βρήκαμε. Είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ, και κατάγεται από τη Ναζαρέτ)»[Ιω.1,46], εκείνος απαντά: «Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;(:Από τη Ναζαρέτ, το κακό και άσημο αυτό χωριό, μπορεί να βγει τίποτε καλό;)»[Ιω.1,47]. Και η απάντηση του Φιλίππου: «Ἔρχου καὶ ἴδε(:Έλα και όταν Τον δεις με τα  μάτια σου, θα πειστείς)»[Ιω.1,48]. Ήταν χωριό χωρίς σημασία και μάλιστα όχι ο οικισμός αυτός μόνο αλλά και ολόκληρη η περιοχή της Γαλιλαίας.

    Για τον λόγο αυτόν οι Φαρισαίοι έλεγαν: «Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται(:Μήπως και εσύ είσαι από τη Γαλιλαία; Ερεύνησε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης δεν έχει ως τώρα βγει από τη Γαλιλαία)» [Ιω.7,52]. Αυτός όμως δεν ντρέπεται να ονομάζεται Ναζωραίος, δε θεωρεί υποτιμητικό να ομολογεί ότι κατάγεται από εκεί, αποδεικνύοντας ότι δεν έχει ανάγκη από κανένα πιστοποιητικό και ότι δε χρειάζεται κανένα από τα ανθρώπινα. Ακόμη και τους μαθητές Του, από τη Γαλιλαία τούς εκλέγει. Έτσι αφαιρεί παντού τις δικαιολογίες εκείνων που επιθυμούν την ησυχία και αποδεικνύει ότι κανένα εξωτερικό γνώρισμα δε μας χρειάζεται, αν ασκήσουμε την αρετή.

     Για τούτο δεν φροντίζει ούτε για το σπίτι. Λέγει: «Αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ(:Οι αλεπούδες έχουν φωλιές και τα πουλιά του ουρανού έχουν μέρη που κουρνιάζουν, ενώ ο υιός του ανθρώπου[δηλαδή Εγώ που γεννήθηκα χωρίς πατέρα, αλλά μόνο από την Παρθένο και είμαι ο κατεξοχήν Άνθρωπος, γνωστός από την υπόσχεση του Θεού προς τον Αδάμ] δεν έχει πού να ακουμπήσει το κεφάλι Του)» [Λουκ.9,58]. Όταν Τον επιβουλεύεται ο Ηρώδης, φεύγει, και όταν γεννήθηκε, Τον ανακλίνουν στη φάτνη, μένει στο στάβλο, εκλέγει μητέρα αφανή. Μας διδάσκει έτσι κανένα από αυτά να μη θεωρούμε εξευτελιστικό, ποδοπατεί εκ προοιμίου κάθε ανθρώπινο εγωισμό, διατάζει να είμαστε διάκονοι της αρετής.

    «Γιατί μεγαλοφρονείς για την πατρίδα σου, όταν σου δίνω εντολή να θεωρείς τον εαυτό σου ξένο για ολόκληρη την οικουμένη;», μας λέγει. Όταν έχεις την εξουσία να γίνεις τέτοιος, ώστε ο κόσμος ολόκληρος να μην είναι άξιός σου; Όλα αυτά είναι τόσο μηδαμινά, ώστε μήτε από τους Έλληνες φιλοσόφους να μην αποδίδεται σε αυτά καμία σημασία και να αποκαλούνται τα εκτός, και να κατέχουν την τελευταία θέση.

    Αλλά βέβαια ο Παύλος τα αναγνωρίζει και ομιλεί ως εξής: «Κατὰ μὲν τὸ εὐαγγέλιον ἐχθροὶ δι᾿ ὑμᾶς, κατὰ δὲ τὴν ἐκλογὴν ἀγαπητοὶ διὰ τοὺς πατέρας(:Όσο δηλαδή αφορά το Ευαγγέλιο, οι άπιστοι Εβραίοι είναι εχθροί του Θεού και εξαιτίας του γεγονότος ότι κάλεσε εσάς τους εθνικούς σε σωτηρία ο Θεός· όσον αφορά όμως την από αιώνων εκλογή τους, είναι αγαπητοί στο Θεό και για τους προγόνους, από τους οποίους κατάγονται)»[Ρωμ.11,28],αντιτείνει. Αλλά πες μου, πότε το είπε και σε ποιους αναφερόμενος και προς ποιους ομιλώντας; Βέβαια προς τους προερχόμενους από ειδωλολάτρες υπερηφανευόμενους υπερβολικά για την πίστη τους και που με το να επιτίθενται σφοδρά κατά των Ιουδαίων, τους απομάκρυναν ακόμη περισσότερο κατά αυτόν τον τρόπο.

    Με τον λόγο του ο Παύλος περιόριζε την υπερηφάνεια εκείνων, ενώ προσείλκυε τους Ιουδαίους και τους προέτρεπε στον ίδιο ζήλο·διότι όταν αναφέρεται στους σπουδαίους και μεγάλους εκείνους άντρες που με πίστη δέχονταν τις επαγγελίες του Θεού, άκουσε πώς ομιλεί· «Οἱ γὰρ τοιαῦτα λέγοντες ἐμφανίζουσιν ὅτι πατρίδα ἐπιζητοῦσικαὶ εἰ μὲν ἐκείνης ἐμνημόνευον, ἀφ᾿ ἧς ἐξῆλθον, εἶχον ἂν καιρὸν ἀνακάμψαι· νῦν δὲ κρείττονος ὀρέγονται, τοῦτ᾿ ἔστιν ἐπουρανίου. διὸ οὐκ ἐπαισχύνεται αὐτοὺς ὁ Θεὸς Θεὸς ἐπικαλεῖσθαι αὐτῶν· ἡτοίμασε γὰρ αὐτοῖς πόλιν(:Διότι αυτοί που έλεγαν τέτοια λόγια, φανέρωναν καθαρά, ότι δεν επαναπαύονταν στην επίγεια πατρίδα, αλλά ζητούσαν τη μόνιμη και χαρμόσυνη πατρίδα, δηλαδή τον ουρανό. Και εάν θυμούνταν εκείνη, την επίγεια πατρίδα, από την οποία είχαν εξέλθει, είχαν και τον χρόνο και την ευκαιρία να επανέλθουν σε αυτήν. Τώρα όμως επιθυμούν σφοδρά καλύτερη και τελειότερη πατρίδα, δηλαδή την επουράνια. Για τον λόγο αυτόν και ο Θεός δεν αισθάνεται εξαιτίας τους καμία ντροπή, να ονομάζεται Θεός τους. Αντιθέτως, ευαρεστείται σε αυτούς, όπως μαρτυρείται από το γεγονός ότι τους έχει ετοιμάσει επουράνια και μακάρια πατρίδα)» [Εβρ.11,14-16]. Και άλλη φορά: «Κατὰ πίστιν ἀπέθανον οὗτοι πάντες, μὴ λαβόντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀλλὰ πόῤῥωθεν αὐτὰς ἰδόντες καὶ ἀσπασάμενοι, καὶ ὁμολογήσαντες ὅτι ξένοι καὶ παρεπίδημοί εἰσιν ἐπὶ τῆς γῆς(:Όλοι αυτοί πέθαναν στερεωμένοι στην πίστη και στην ελπίδα, που γεννά η πίστη, χωρίς εντούτοις να λάβουν τις επαγγελίες. Αλλά τις είδαν από μακριά και τις δέχτηκαν με όλη τους την ψυχή και ομολόγησαν με τα έργα τους και με τα λόγια τους, ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επάνω στη γη)» [Εβρ.11,13].

    Αλλά και ο Ιωάννης έλεγε σε όσους έρχονταν προς αυτόν: «Ποιήσατε οὖν καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, καὶ μὴ ἄρξησθε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ (:Μόνο το βάπτισμα δεν ωφελεί. Αν θέλετε να σωθείτε από την οργή που πρόκειται σε λίγο να ξεσπάσει, κάνετε καλά έργα, τα οποία είναι άξιοι καρποί της αληθινής μετάνοιας, και δείξτε με ενάρετες πράξεις την ειλικρινή μετάνοιά σας. Και μην αρχίσετε να λέτε μέσα σας: ’’Πατέρα μας έχουμε τον Αβραάμ· διότι σας λέω ότι  ο Θεός έχει τη δύναμη και από το πλέον ακατάλληλο υλικό, ακόμη και από αυτές εδώ τις πέτρες, να αναστήσει απογόνους του Αβραάμ’’)»[Λουκά, 3,8].

    Και ο Παύλος λέγει πάλι: «Οὐχ οἷον δὲ ὅτι ἐκπέπτωκεν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. οὐ γὰρ πάντες οἱ ἐξ Ἰσραήλ, οὗτοι Ἰσραήλ (:Το ότι όμως χωρίστηκαν οι Ισραηλίτες από τον Μεσσία και ξέπεσαν από τις ευλογίες που μας έφερε, δεν έχει τη σημασία που με μια πρώτη ματιά θα φανταζόταν κανείς. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι έχασε τη δύναμή του και διαψεύσθηκε ο λόγος με τον οποίο ο Θεός βεβαίωσε τη διαθήκη Του· διότι αληθινός ισραηλιτικός λαός δεν είναι όλοι όσοι κατάγονται σαρκικά από τον Ισραήλ)»[Ρωμ.9,6].

   Τι ωφελήθηκαν λόγου χάρη τα παιδιά του Σαμουήλ από το γένος το πατρικό, αφού δεν έγιναν κληρονόμοι της πατρικής αρετής; Τι κέρδισαν επίσης τα παιδιά του Μωυσή, που δεν μιμήθηκαν την αυστηρή ευσέβεια του πατέρα τους; Δεν τον διαδέχτηκαν ούτε στην εξουσία αλλά ενώ εκείνοι την έγραφαν στο όνομά τους ως πατέρα τους, η αρχηγία του λαού μεταβιβαζόταν σε άλλον, σε εκείνον που έγινε υιός του κατά την αρετή. Τι ζημιώθηκε ο Τιμόθεος αν και καταγόταν από Έλληνα πατέρα; Και πάλι, τι κέρδισε ο γιος του Νώε[πρόκειται για τον γιο του Νώε Χαμ, ο οποίος προσέβαλε τον πατέρα του και για τον λόγο αυτόν ο Νώε τον καταράστηκε να γίνει δούλος των αδελφών του Σημ και Ιάφεθ: Γεν.9,18-27], από την αρετή του πατέρα του, αφού έγινε από ελεύθερος που ήταν, δούλος; Βλέπεις ότι δεν επαρκεί η ευγένεια του πατέρα για να προστατεύσει τα παιδιά; Η κακία της προαιρέσεώς τους νίκησε τους νόμους της φύσεως και δεν τον αποξένωσε μόνο από την αρετή του πατέρα του, αλλά του στέρησε και την ελευθερία. Και ο Ησαύ δεν ήταν υιός του Ισαάκ και δεν είχε προστάτη τον πατέρα του; Και ο πατέρας του φρόντιζε και επιθυμούσε να τον κάνει μέτοχο των ευλογιών του και εκείνος πάλι για τον λόγο αυτόν έπραττε όλα τα θελήματά του. Επειδή όμως ήταν κακός, τίποτε από αυτά δεν κέρδισε και ενώ ήταν μεγαλύτερος και είχε τον πατέρα με το μέρος του βοηθό σε όλα, επειδή δεν είχε με το μέρος του τον Θεό, εξέπεσε σε όλα.

    Και γιατί ασχολούμαι με τους ανθρώπους; Οι Εβραίοι έγιναν υιοί του Θεού και δεν κέρδισαν τίποτε από τη μοναδική αυτήν ευγένεια. Και αν κάποιος, ο οποίος έγινε υιός του Θεού, τιμωρείται βαρύτερα, αν δεν παρουσιάσει αρετή άξια της ευγένειας αυτής, πώς μου προβάλλεις την ευγένεια των προγόνων και των παππούδων; Και δεν θα βρεις στην Παλαιά μόνο αλλά και στην Καινή Διαθήκη να επικρατεί ο κανόνας αυτός; «Καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου(:Και στη συνέχεια λέγει προς αυτόν, ώστε να ακούσουν και οι άλλοι μαθητές: ‘’Σας διαβεβαιώνω ότι από τώρα θα δείτε ανοικτό τον ουρανό και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν, να συνοδεύουν και να υπηρετούν τον υιό του ανθρώπου, ο Οποίος ως Θεός είναι κύριος και των αγγέλων’’)»[Ιω.1,52],λέγει.

    Αλλά όμως από τα παιδιά αυτά, πολλά, είπε ο Παύλος, δεν ωφελούνται τίποτε από τον πατέρα: «Ιδε ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει(:Να, εγώ ο Παύλος σας λέω ότι, αν περιτέμνεστε, ο Χριστός δεν θα σας ωφελήσει τίποτα)» [Γαλ. 5,2].Και αν δεν ωφελεί ο Χριστός σε τίποτε εκείνους που δεν θέλουν να προσέξουν τη ζωή τους, πώς θα τους προστατέψει ο άνθρωπος;

    Ας μη μεγαλοφρονούμε λοιπόν μήτε για την ευγενή καταγωγή, μήτε για τον πλούτο μας, αλλά ας περιφρονούμε και αυτούς που μεγαλοφρονούν γι' αυτά. Μήτε να αποθαρρυνόμαστε για την πτωχεία μας. Ας επιδιώκουμε τον πλούτο των αγαθών έργων και ας αποφεύγουμε την πτωχεία εκείνη που οδηγεί στην κακία. Εξαιτίας αυτής και ο πλούσιος εκείνος ήταν φτωχός. Για τον λόγο αυτό και δεν πέτυχε ούτε μία σταγόνα δρόσου παρά την όλη ικεσία του[βλ. Λουκά, κεφ.16]. Μολονότι ποιος από εμάς θα ήταν δυνατόν να γίνει τόσο πτωχός, ώστε να μην έχει να απολαύσει και λίγο νερό; Κανείς βέβαια. Και αυτοί που βασανίζονται από τη μεγαλύτερη πείνα, μπορούν ωστόσο να απολαύσουν λίγο νερό. Και όχι βέβαια μία σταγόνα ύδατος μόνο, αλλά να επιτύχουν και περισσότερη ανακούφιση. Δεν συνέβαινε αυτό όμως σε εκείνον τον πλούσιο, αλλά ήταν πτωχός μέχρι του σημείου αυτού· και το βαρύτερο ότι δεν υπήρχε τρόπος να ανακουφίσει την πενία του.

   Γιατί λοιπόν χάσκουμε μπροστά στα χρήματα, όταν δεν μας οδηγούν στον ουρανό; Πες μου· αν κάποιος από τους βασιλείς της γης έλεγε ότι είναι αδύνατο να διακριθεί ο πλούσιος στο βασίλειό του και να τιμηθεί κατά κάποιον τρόπο, δεν θα πετούσατε όλοι με περιφρόνηση τα χρήματά σας; Στην περίπτωση αυτή αν σας στερήσουν της τιμής στα γήινα αυτά βασίλεια, τα χρήματα θα είναι ευκαταφρόνητα. Όταν όμως ο βασιλέας των ουρανών καθημερινά βοά και λέγει, ότι είναι δύσκολο φορτωμένος με αυτά να φθάσεις στα ιερά εκείνα προπύλαια, δεν θα τα εγκαταλείψουμε όλα, δεν θα αποξενωθούμε από τα υπάρχοντά μας, για να εισέλθουμε με θάρρος στην Βασιλεία;

        ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

      επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Mathaeum.pdf

·       Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΕΠΕ, εκδ.οίκος «Το Βυζάντιον», ομιλία Θ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα) τομ. 9, σελ. 282-308 ,Θεσσαλονίκη  1978

·       Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου  Χρυσοστόμου έργα, τόμος 63, σελ. 187-202.       

·        Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Παναγιώτου Τρεμπέλα,Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), αδελφότης θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση Τρίτη, Αθήνα 2016                                                                                                        

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html  

    Πηγή



Π

Π

Σάββατο, Απριλίου 15, 2023

Μέγα Σάββατο πρωῒ Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου ΘΑ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν» ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ (Ψαλμ. 81,8)

 

ΘΑ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

«Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν»

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ

(Ψαλμ. 81,8)

ΑΥΤΟΣ ὁ στίχος, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἀκούσατε πρὸ ὀλίγου νὰ ψάλλῃ ὁ ἱερεύς, ἐνῷ κρατοῦσε κάνιστρο καὶ σκορποῦσε σ᾿ ὅλο τὸ ναὸ φύλλα δάφνης, ὡς σύμβολα νίκης καί θριάμβου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶνε παρμένος ἀπὸ τὸ Ψαλτήρι. Ψάλλεται εἰδικῶς κατὰ τὴ λειτουργία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Δὲν ψάλλεται ἄλλοτε, μόνο σήμερα, μιὰ φορὰ τὸ χρόνο, καὶ ἔχει κάποιο σκοπό. Ποιός λοιπὸν ὁ σκοπός; Ἔχει μεγάλη σημασία.
Ὁ στίχος αὐτὸς εἶνε τὸ προανάκρουσμα τῆς μεγάλης ἑορτῆς, ποὺ θά ἑορτάσουμε σὲ λίγο, τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Θὰ μιλήσω ἁπλᾶ πάνω σ᾿ αὐτόν.

* * *

«Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…». Ποιητὴς τοῦ ψαλμοῦ αὐτοῦ εἶνε ὁ Δαυΐδ· αὐτὸς ἔφτειαξε τὸ στίχο αὐτό. Λυπᾶται ὁ Δαυΐδ. Γιατί; Διότι βασιλεύει ἡ ἀδικία.
Λυπᾶται ὁ Δαυΐδ, γιατὶ διαβάζοντας τὴν ἱστορία βλέπει, ὅτι στὸν κόσμο αὐτὸν βασιλεύει ὄχι ἡ δικαιοσύνη ἀλλὰ ἡ ἀδικία, ὄχι ἡ ἀλήθεια ἀλλὰ τὸ ψεῦδος, ὄχι ἡ ἀγάπη ἀλλὰ τὸ μῖσος, ὄχι τὸ φῶς ἀλλὰ τὸ σκότος· δὲ᾿ βασιλεύει ὁ Χριστός, ἀλλὰ βασιλεύει ὁ σατανᾶς. Τὸν Ἄβελ, ποὺ ἦταν σὰν τὸ ἀρνί, τὸν σκότωσε ὁ ἀδελφός του ὁ Καΐν. Ὁ Ἰωσήφ, ποὺ ἦταν τὸ πιὸ διαλεχτὸ παιδὶ τῆς οἰκογενείας, πουλήθηκε καὶ κλείστηκε μέσ᾿ στὴ φυλακή, ἐνῷ οἱ μὲν ἀδελφοί του ζοῦσαν ἀμέριμνοι, ἐκείνη δὲ ἡ αἰσχρὰ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ, ποὺ μὲ τὰ ψέματά της ἔγινε ἡ αἰτία νὰ φυλακισθῇ, γλεντοκοποῦσε μὲ τοὺς ἐρωμένους της.
Λυπᾶται ἀκόμα ὁ Δαυΐδ, γιατὶ καὶ στὴ ζωή, στὸ σύγχρονο κόσμο, βλέπει τὴν ἀδικία. Βλέπει νὰ τυραννιοῦνται οἱ φτωχοὶ ἀπὸ τοὺς πλουσίους, οἱ ἀδύνατοι ἀπὸ τοὺς ἰσχυρούς, οἱ ἀμόρφωτοι ἀπὸ τοὺς μορφωμένους, οἱ χῆρες καὶ τὰ ὀρφανὰ ἀπὸ τοὺς πλεονέκτας καὶ ἅρπαγας, ποὺ παίρνουν τὸ ψωμὶ ἀπ᾿ τὸ στόμα.
Λυπᾶται, στενοχωριέται, καὶ ἐκφράζει τὸ παράπονο· Θεέ μου, κοιμᾶσαι; δὲν τὰ βλέπεις αὐτὰ ποὺ γίνονται ἐδῶ κάτω στὴ γῆ; Ξύπνα, Θεέ μου, «κρῖνον τὴν γῆν» (Ψαλμ. 81,8).
Ὁ Δαυῒδ ὅμως, ὡς προφήτης, ἔβλεπε ὄχι μόνο τὰ περασμένα τῆς ἱστορίας, ὄχι μόνο τὰ τωρινὰ τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τί θὰ συμβῇ στὸ μέλλον. (Ἐμεῖς δὲν ξέρουμε τί θὰ ξημερώσῃ αὔριο, τί μπορεῖ νὰ συμβῇ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος μᾶς φωνάζει· «Γρηγορεῖτε» – Ματθ. 24,42. Εμεθα σὰν τὰ ὀρνίθια ποὺ βόσκουν στὸ λιβάδι καὶ ξαφνικὰ πέφτει τὸ γεράκι καὶ τ᾿ ἁρπάζει. Ἀλλὰ ὁ Δαυῒδ ὡς προφήτης ἔβλεπε κι ἄλλα πράγματα.) Ἔβλεπε, ὅτι ὕστερα ἀπὸ χίλια χρόνια πάνω στὴ γῆ θὰ γίνῃ τὸ πιὸ μεγάλο δυστύχημα, θὰ γίνῃ τὸ πιὸ μεγάλο ἔγκλημα, τὸ πιὸ μεγάλο ἀνοσιούργημα. Διότι πολλὰ ἐγκλήματα γίνανε στὸν κόσμο· ἀλλὰ τὸ πιὸ μεγάλο εἶνε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος – τί ἔκανε; ὁ ἄνθρωπος σκότωσε τὸ Θεό! Ναὶ τὸ Θεό, ποὺ ἦρθε στὸν κόσμο μὲ μορφὴ ἀνθρώπου, τὸν σκότωσε. Τὰ ἄλλα ἐγκλήματα, οἱ φόνοι ποὺ δικάζονται στὰ δικαστήρια, λέγονται ἀνθρωποκτονίες. Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶνε μόνο ἀνθρωποκτονία. Αὐτὸ λέγεται θεοκτονία, καὶ οἱ δρᾶσται λέγονται θεοκτόνοι. «Τῶν θεοκτόνων ὁ ἑσμός…», ἔψαλλε στὰ ἐπιτάφια τροπάρια ἡ Ἐκκλησία μας (μακαρισμοί). Μὲ τέτοιο ἔγκλημα ποὺ ἔκανε ὁ ἄνθρωπος τὰ χέρια του τὰ ἔβαψε στὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου. Ἔ, αὐτὸ πιὰ ἤτανε τὸ κορυφαῖο ἔγκλημα, ἡ πιὸ μεγάλη ἀδικία στὸν κόσμο. Τὸ εἶδε κι αὐτὸ ὁ Δαυῒδ προφητικῶς (βλ. Ψαλμ. 21ο κ.ἀ.).
Ὅλα αὐτὰ βλέπει ὁ Δαυΐδ, γι᾿ αὐτὸ φωνάζει καὶ λέει· «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν»· ξύπνησε, Θεέ μου, καὶ δίκασε τὴ γῆ, κρῖνε ὅλους τοὺς δράστας τοῦ κακοῦ, γιὰ νὰ σταματήσῃ ἐπὶ τέλους κάθε ἔγκλημα.

* * *

Αὐτό, ἀγαπητοί μου, ποὺ λέει ὁ Δαυῒδ ὡς μία ἔκφρασι παραπόνου καὶ διαμαρτυρίας εἰς ἐπήκοον τοῦ Θεοῦ, τὸ λέμε κ᾿ ἐμεῖς. Διότι τὰ ἴδια βλέπουμε καὶ σήμερα.
Πέρασαν πολλά, δύο – τρεῖς χιλιάδες χρόνια, μὰ σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα ἡ ἀδικία δὲν ἐξέλιπε καὶ τὸ ψεῦδος δὲν ἔσβησε. Ὑπάρχει στὸν κόσμο μεγάλη ἀλαζονεία καὶ σκληρότης. Στὴ δική μας δὲ ἐποχή, στὰ χρόνια μας, μείναμε πολὺ πίσω. Ἂς πετᾶνε τώρα μὲ τὰ διαστημόπλοια κι ἂς πᾶνε στὰ ἄστρα. Ὁ ἄνθρωπος, μολονότι «κατέκτησε» τὸ διάστημα, μένει ἀκόμη αἰχμάλωτος τῆς κακίας του. Ὦ Θεέ μου, ἂς μὴ φτάναμε ποτέ στὰ ἄστρα· καλύτερα νὰ μέναμε πρωτόγονοι καὶ ἀπολίτιστοι. Μακάρι νὰ εἴχαμε ἀκόμη δᾳδιὰ γιὰ φωτισμό. Διότι τότε ποὺ οἱ ἄνθρωποι κρατοῦσαν δᾳδιά, εἶχαν ἀγάπη στὴν καρδιά. Τώρα μπορεῖ νὰ πετᾶνε στὰ ἄστρα, ἀλλὰ μέσα τους τρέφουν μῖσος καὶ στόχος τους εἶνε, ποιός θὰ μπορέσῃ νὰ πατήσῃ στὰ ἄστρα, ποιός θὰ κατακτήσῃ τὴ σελήνη, γιὰ νὰ μπορῇ ἀπὸ ᾿κεῖ νὰ ῥίχνῃ βόμβες κάτω στὴ γῆ!… Τέτοιες διαθέσεις ἔχουν ὅλοι οἱ μεγάλοι ἀλλὰ καὶ οἱ μικροὶ τῆς γῆς. Προτιμότερο λοιπὸν νὰ πηγαίναμε ἀκόμη μὲ τὰ ζῷα καὶ νὰ κατοικούσαμε σὲ καλύβες ἀλλὰ νά ᾿χαμε ἀγάπη. Ἐνῷ τώρα γίναμε «ἐπιστήμονες», μὰ ἡ γῆ μας κινδυνεύει ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα νὰ γίνῃ στάχτη μέσα στὸ ἄπειρο.
Ποτέ ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐγκλημάτησε τόσο ὅσο στὶς ἡμέρες μας. Τί αἵματα χύθηκαν, πόσοι σκοτωμένοι! Καὶ ἐδῶ στὴ μικρά μας πατρίδα, καὶ παγκοσμίως. Δὲν ἐξετάζω ποιοί σκότωσαν, οἱ μὲν ἢ οἱ δέ, ποίων πολιτικῶν καταστάσεων καὶ ἀποχρώσεων καὶ ποίων κομμάτων. Ἐγὼ ἀτενίζω ἀπὸ μιὰ ὑψηλὴ κορυφὴ καὶ βλέπω, ὅτι σκοτωθήκανε τόσες χιλιάδες ἄνθρωποι. Οἱ φονεῖς μολύνανε τὴ γῆ. Τὰ αἵματα γίνανε Ἁλιάκμονας. Καὶ τὰ δάκρυά μας ὣς τώρα δὲ᾿ στεγνώσανε.
Θυμᾶμαι ποὺ μὲ ἐπισκέφθηκε στὴ μητρόπολι μιὰ γριά – μόλις ποὺ ἐκινεῖτο. Εἶχε ἔρθει ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Ἔκλαιγε καὶ ἔλεγε· ―Ἕνα παιδάκι εἶχα μονάκριβο. Δούλευε τὸ καημένο καὶ μὲ ἔτρεφε. Μετὰ ἔγινε πόλεμος. Τὸ πῆραν, τὸ ἔστειλαν πάνω στὸ Βίτσι. Ἐκεῖ σκοτώθηκε, καὶ εἶνε τώρα ἐδῶ θαμμένο. Θέλω νὰ πάω νὰ τὸ δῶ. ―Νὰ πᾷς, τῆς εἶπα. Πῆγα μάλιστα κ᾿ ἐγὼ μαζί της. Σὲ κηδεῖες πλουσίων ποὺ πεθαίνουν δὲν πηγαίνω· στὸ παιδὶ αὐτὸ πῆγα, εἰς μνημόσυνον. Φθάσαμε λοιπὸν στὸ στρατιωτικὸ κοιμητήριο. Ἦρθε καὶ ἡ μάνα καὶ ἀντίκρυσε δάσος τοὺς σταυρούς· μέτρησε πεντακόσους (500) σταυρούς! Καὶ μόλις εἶδε τὸ σταυρὸ τοῦ παιδιοῦ της, κόλλησε σ’ αὐτὸν καὶ δὲν ξεκολλοῦσε. Ἔκλαιγε, ἔκλαιγε μ᾿ ἕνα κλάμα συγκλονιστικό…
Καὶ πόσα ἄλλα δάκρυα δὲν πότισαν καὶ δὲν ποτίζουν τὴ γῆ! Κι ὅταν δίπλα σου γίνεται τέτοιος θρῆνος καὶ κοπετός, μπορεῖς ἐσὺ νὰ μένῃς ἀπαθὴς ἢ μπορεῖς νὰ γελᾷς; Ὅπως εἶπαν, «ἀλλοίμονο σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ γελᾷ, ὅταν οἱ ἄλλοι κλαῖνε».
Μεγάλος ὁ πόνος, ποταμὸς τὸ δάκρυ καὶ τὸ αἷμα στὸν κόσμο τοῦτο. Γι᾿ αὐτό, ἀκούγοντας τοὺς θρήνους καὶ βλέποντας τὰ δάκρυα καὶ τὰ αἵματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, φωνάζουμε κ᾿ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸ Δαυῒδ στὸ Θεό· «Ἀνάστα», Θεέ μου! Ἕως πότε δάκρυα, Κύριε; Ἕως πότε πόλεμοι, ἕως πότε ἀδικία, ἕως πότε ἐκμετάλλευσι, ἕως πότε διαζύγια, ἕως πότε μοιχεῖες, ἕως πότε πορνεῖες, ἕως πότε βλαστήμιες…, ἕως πότε ὁ σατανᾶς θὰ βασιλεύῃ πάνω στὴ γῆ;
Τὴν ἀπάντησι, ἀγαπητοί μου, δίδει σήμερα ἡ Ἐκκλησία, καθὼς ψάλλει γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ· «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν». Ἦρθε ἡ ἁγία Ἀνάστασις. Καὶ θὰ ἔρθῃ, ναὶ θὰ ἔρθῃ, ἡ ἡμέρα ποὺ ὅσα στόματα ἀφρίζουν σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα καὶ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ φραγοῦν. Θὰ γονατίσουν κι αὐτοὶ μπροστὰ στὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου. Καὶ τότε κάθε στόμα καὶ κάθε γλῶσσα καὶ κάθε πέτρα καὶ κάθε βουνὸ καὶ κάθε λαγκάδι θὰ φωνάξῃ καὶ θὰ τὸν κηρύξῃ.
Δὲν θὰ ἐπικρατήσῃ διὰ παντὸς ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀποστασία. Θὰ ἐπικρατήσῃ ἡ δικαιοσύνη. Δὲν κοιμᾶται ὁ Θεὸς καὶ δὲν ἀμελεῖ. Καὶ δὲν θ᾿ ἀργήσῃ νὰ κρίνῃ τὴ γῆ καὶ νὰ φέρῃ τὴ δικαιοσύνη του. Νὰ τὸ πιστεύετε, ἀδέρφια μου, καὶ νὰ μὴ κλονίζεσθε – γιατὶ εἶστε κλονισμένοι. Μὴν ἀκοῦτε τοὺς ψευτοδιανοουμένους πού, ἐνῷ δὲν ἄνοιξαν ποτέ τους τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν ἔσκυψαν στὴ μελέτη του, χλευάζουν καὶ δηλητηριάζουν καὶ φαρμακώνουν ὅσους κάθονται καὶ τοὺς προσέχουν. Κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας σ᾿ αὐτούς. Ἀκοῦστε τὸ Θεό, ἀκοῦστε τὴν Ἐκκλησία μας, τὴ μόνη ἀληθινὴ πίστι στὸν κόσμο. Γιατὶ μιὰ μέρα ὅλοι θὰ πέσουν νὰ προσκυνήσουν κι ὅλα τὰ στόματα θὰ ποῦν· «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου στὸν ἱερό ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 25-4-1970 Μ. Σάββατο πρωΐ)

Πέμπτη, Απριλίου 13, 2023

Μεγάλη Παρασκευή: Ο Σταυρός π. Αλέξανδρος Σμέμαν



Από το φως της Μεγάλης Πέμπτης – με το Μυστικό Δείπνο: την παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας – μπαίνουμε στο σκοτάδι της Μεγάλης Παρασκευής, στην ημέρα δηλαδή του Πάθους του Κυρίου, του Θανάτου και της Ταφής Του.Στην πρώτη Εκκλησία αυτή η ημέρα, η Μεγάλη Παρασκευή, ονομαζόταν «Πάσχα του Σταυρού». Πραγματικά, αυτή η ημέρα, είναι η αρχή της Διάβασης, του Περάσματος, του οποίου το βαθύτερο νόημα θα μάς αποκαλυφθεί σιγά – σιγά, πρώτα στη θαυμαστή ησυχία του Μεγάλου και Ευλογημένου Σαββάτου και ύστερα, στη χαρά της Αναστάσιμης Ημέρας. 
Ας δούμε πρώτα τι είναι αυτό το Σκοτάδι. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το σκοτάδι της Μεγάλης Παρασκευής δεν είναι απλά και μόνο συμβολικό ή αντικείμενο ανάμνησης. Πολύ συχνά, όταν συμμετέχουμε στις όμορφες και κατανυκτικές ακολουθίες αυτής της ημέρας, νιώθουμε την επιβλητική θλίψη που τις διακατέχει, αλλά ταυτόχρονα βιώνουμε και κάποιο αίσθημα αυτοθαυμασμού και αυτοδικαίωσης. Πριν από δυο χιλιάδες χρόνια κάποιοι «κακοί» άνθρωποι θανάτωσαν το Χριστό. Σήμερα εμείς, οι «καλοί» Χριστιανοί, στολίζουμε πολυτελείς Τάφους στις Εκκλησίες μας! Δεν είναι αυτό τρανό σημάδι της καλοσύνης μας;... Ναι, αλλά η Μεγάλη Παρασκευή δεν ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με το παρελθόν. Δεν είναι μια απλή ανάμνηση γεγονότων, αλλά είναι ημέρα που αποκαλύπτεται η Αμαρτία και το Κακό, ημέρα κατά την οποία η Εκκλησία μάς καλεί ν’ αναγνωρίσουμε την τραγική πραγματικότητά τους και τη δύναμή τους στον «κόσμο τούτο». Γιατί η Αμαρτία και το Κακό δεν εξαφανίστηκαν, αλλά, αντίθετα, αποτελούν ακόμα το βασικό νόμο του κόσμου και της ζωής μας. Αλλά μήπως και μεις, οι αυτοκαλούμενοι Χριστιανοί, συχνά δεν έχουμε τη λογική του κακού που είχαν οι Αρχιερείς των Εβραίων, ο Πόντιος Πιλάτος, οι Ρωμαίοι στρατιώτες και όλο εκείνο το πλήθος που μισούσε, βασάνιζε και φόνευε τον Χριστό; 
Ποια στάση θα κρατούσαμε άραγε αν ζούσαμε στα Ιεροσόλυμα την εποχή του Πιλάτου; Αυτή είναι μια ερώτηση που απευθύνεται στον καθένα μας μέσα από τις λέξεις των ύμνων της Μεγάλης Παρασκευής. Τούτη η ημέρα είναι πραγματικά η «ημέρα του κόσμου τούτου», κρίνεται ο κόσμος μας, αληθινά και όχι συμβολικά, και καταδικάζεται. Είναι μια πραγματική και όχι τελετουργικά καταδίκη της ζωής μας... Είναι η αποκάλυψη της αληθινής φύσης «του κόσμου τούτου» που προτίμησε τότε, αλλά και τώρα συνεχίζει να προτιμάει, το σκοτάδι αντί το φως, το κακό αντί το καλό, το θάνατο αντί τη ζωή. Έχοντας καταδικάσει τον Χριστό σε θάνατο ο «κόσμος τούτος» καταδίκασε ταυτόχρονα και τον εαυτό του σε θάνατο. Στο μέτρο που και μεις αποδεχόμαστε το πνεύμα του «κόσμου τούτου», την αμαρτία του, την προδοσία του κατά του Θεού, είμαστε και μεις επίσης καταδικασμένοι. Αυτό είναι το πρώτο και φοβερά ρεαλιστικό νόημα της Μεγάλης Παρασκευής: μια καταδίκη σε θάνατο... 
Αλλά αυτή η ημέρα, οπότε φανερώθηκε και θριάμβευσε το Κακό, είναι επίσης και ημέρα Λύτρωσης. Ο Θάνατος του Χριστού αποκαλύπτεται σωτήριος για μάς, γίνεται πηγή λύτρωσης. Και είναι αυτός ο Θάνατος σωτήριος γιατί είναι η πλήρης, η τέλεια και η υπέρτατη Θυσία. Ο Ιησούς Χριστός προσφέρει το Θάνατό Του στον πατέρα Του, τον προσφέρει επίσης και σε μάς. Στον πατέρα Του γιατί, όπως θα δούμε παρακάτω, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να «πατήσει» (να καταστρέψει) το θάνατο, να σώσει τους ανθρώπους από το θάνατο. Αυτό είναι και το θέλημα του πατέρα: οι άνθρωποι να σωθούν από το θάνατο δια του θανάτου. Σε μάς προσφέρει ο Χριστός το Θάνατό Του γιατί στην πραγματικότητα ο Χριστός πεθαίνει αντί για μας. Ο θάνατος είναι ο φυσικός καρπός της αμαρτίας, είναι η τιμωρία σαν φυσική συνέπεια της αποστασίας. Ο άνθρωπος διάλεξε να αποξενωθεί από τον Θεό, αλλά μη έχοντας ζωή αφ’ εαυτού του, πεθαίνει. Στον Χριστό δεν υπάρχει αμαρτία, επομένως δεν υπάρχει θάνατος. Δέχεται όμως να πεθάνει για μάς, μόνο και μόνο γιατί μάς αγαπάει. Προσλαμβάνει και μοιράζεται μαζί μας την ανθρώπινη φύση μέχρι τέλους. Παίρνει επάνω Του την τιμωρία (θάνατος) που η ανθρώπινη φύση έχει να πληρώσει, γιατί ο Χριστός προσλαμβάνει ολόκληρη τη φύση μας μαζί με το φορτίο του ανθρώπινου ξεπεσμού. Πεθαίνει ο Χριστός γιατί έχει ουσιαστικά ταυτίσει τον Εαυτό Του με μάς, έχει κυριολεκτικά επωμιστεί την τραγωδία της ανθρώπινης ζωής. Ο Θάνατος Του, λοιπόν, είναι η μεγαλειώδης αποκάλυψη της φιλανθρωπίας και της αγάπης Του. Και επειδή ο Θάνατός Του είναι αγάπη, ευσπλαχνία, φιλανθρωπία, αλλάζει αυτόματα η φύση του θανάτου. Από τιμωρία γίνεται πράξη που αντανακλά αγάπη και συγχώρεση, δηλαδή ο θάνατος γίνεται το τέλος της αποξένωσης από τον Θεό και της μοναξιάς. Η καταδίκη μετατρέπεται σε συγγνώμη, σε ζωή... 
Τελικά, ο Θάνατος του Ιησού Χριστού είναι σωτήριος θάνατος επειδή εκμηδενίζει την πηγή του θανάτου: το Κακό. Ο Χριστός δέχεται το θάνατο από αγάπη για τον άνθρωπο, και προσφέρει τον Εαυτό Του στους φονευτές Του, οι οποίοι κερδίζουν φαινομενικά τη νίκη. Όμως στην ουσία αυτή η νίκη είναι η ολοκληρωτική και αποφασιστική ήττα του Κακού. 
Για να θριαμβεύσει το Κακό θα πρέπει να εκμηδενίζεται το Καλό και να αποδεικνύει το Κακό σαν τέλεια αλήθεια για τη ζωή, να δυσφημίζεται το Καλό και, με μια λέξη, να φανερώνει το Κακό την υπεροχή του. Αλλά ύστερα από όσα έπαθε ο Χριστός, είναι ο μόνος που θριαμβεύει. Το Κακό δεν έχει την παραμικρή δύναμη επάνω Του, γιατί δεν είναι δυνατόν ο Χριστός να δεχτεί το Κακό σαν αλήθεια. Έτσι με τον Χριστό η υποκρισία αποκαλύπτει το αληθινό πρόσωπό της σαν υποκρισία, ο φόνος σαν φόνος, ο φόβος σαν φόβος, και καθώς ο Ιησούς Χριστός σιωπηλά πορεύεται προς το Σταυρό και το Τέλος, η ανθρώπινη τραγωδία φτάνει στην αποκορύφωσή της. Ο θρίαμβος του Χριστού, η νίκη Του κατά του Κακού, η δόξα Του γίνονται όλο και περισσότερο εμφανή. Βλέπουμε δε σταδιακά αυτή τη νίκη να την αναγνωρίζουν, να την ομολογούν και να την διακηρύσσουν πρώτα η γυναίκα του Πιλάτου, ύστερα ο συσταυρωμένος ληστής και ο κεντηρίωνας. Και καθώς ο Χριστός πεθαίνει στο Σταυρό, αφού αποδέχτηκε ολόκληρη τη φρίκη του θανάτου: την απόλυτη μοναξιά («Θεέ μου, Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλειπες;»), δεν έμεινε παρά να ακουστεί η τελευταία ομολογία: «αληθώς Θεού Υιός ην ούτος»... Αυτός, λοιπόν, είναι ο Θάνατος, αυτή είναι η Αγάπη, η Υπακοή και η πληρότητα της Ζωής που καταστρέφει ό,τι έκανε το θάνατο παγκόσμιο μοιραίο προορισμό. «Και τα μνημεία ανεώχθησαν, και πολλά σώματα των κεκοιμημένων αγίων ηγέρθη...» (Ματθ. 27, 53). Ήδη αρχίζει να ακτινοβολεί η ανάσταση... Αυτό είναι το διπλό μυστήριο της ημέρας αυτής, της Μεγάλης Παρασκευής, και οι ακολουθίες με τους υπέροχους ύμνους το αποκαλύπτουν και μάς καλούν να συμμετέχουμε σ’ αυτό. 
Στους ύμνους της ημέρας αυτής βλέπουμε από τη μια μεριά τη διαρκή έμφαση στο πάθος του Χριστού σαν την αμαρτία των αμαρτιών, το έγκλημα των εγκληματιών. Στον Όρθρο, που γίνεται τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ, διαβάζονται τα δώδεκα Ευαγγέλια των Παθών του Κυρίου. (Συνηθίζουμε να λέμε έτσι δώδεκα Ευαγγελικά αναγνώσματα διαλεγμένα από τα Ευαγγέλια των τεσσάρων Ευαγγελιστών της Καινής Διαθήκης). Τα δώδεκα, λοιπόν, αυτά Ευαγγελικά αποσπάσματα μάς βοηθούν να παρακολουθήσουμε βήμα με βήμα όλα τα πάθη του Χριστού. Τη Μεγάλη Παρασκευή το πρωί διαβάζονται οι Ώρες στη θέση της Θείας Λειτουργίας. Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η μοναδική ημέρα του έτους κατά την οποία δεν τελείται Θεία Λειτουργία. Και αυτό ακόμα δείχνει πως το Ιερό Μυστήριο της Παρουσίας του Χριστού (η Θεία Ευχαριστία) δεν ανήκει στον «κόσμο τούτο», στον κόσμο της αμαρτίας, του σκότους και του θανάτου, αλλά είναι το Μυστήριο του «κόσμου που έρχεται». Μετά τις Ώρες ακολουθεί ο Εσπερινός και στο τέλος γίνεται η Αποκαθήλωση του Κυρίου από το Σταυρό και ο ενταφιασμός Του. 
Οι ύμνοι, στις ακολουθίες αυτές, και τα αναγνώσματα είναι γεμάτα από σοβαρές κατηγορίες εναντίον αυτών που με τη θέλησή τους και ελεύθερα αποφάσισαν να φονεύσουν τον Χριστό δικαιολογώντας αυτόν το φόνο με τη θρησκεία τους, την υπακοή στην πολιτεία τους και για λόγους πρακτικούς ή για λόγους επαγγελματική υπακοής. 
Από την άλλη μεριά βλέπουμε, στους ύμνους της Μεγάλης Παρασκευής, τη θυσία της αγάπης που προετοιμάζει την τελική νίκη, να είναι επίσης παρούσα εντελώς από την αρχή. Το πρώτο από τα δώδεκα Ευαγγέλια του Όρθου (Ιω. 13, 31 -18, 1) αρχίζει με τη γεμάτη ιεροπρέπεια αναγγελία του Χριστού: «Νυν εδοξάσθη ο Υιός του ανθρώπου, και ο Θεός εδοξάσθη εν αυτώ». Στο παρακάτω στιχηρό –ένα από τα τελευταία του Εσπερινού της ημέρας- διαφαίνεται καθαρά η ανατολή του φωτός, ζωντανεύει η ελπίδα και η βεβαιότητα ότι «με το θάνατο θα νικηθεί ο θάνατος...». 
«Ότε εν τω τάφω τω κενώ, 
υπέρ του παντός κατετεθής, 
ο Λυτρωτής του παντός, 
Άδης ο παγγέλαστος, ιδών σε έπτηξεν 
οι μοχλοί συνετρίβησαν, 
εθλάσθησαν πύλαι, 
μνήματα ανοίχθησαν, νεκροί ανίσταντο. 
Τότε ο Αδάμ ευχαρίστως, χαίρων ανεβόα σοι 
Δόξα τη συγκαταβάσει σου Φιλάνθρωπε.» 
Όταν στο τέλος του Εσπερινού μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου και αφού γίνει η αποκαθήλωση, βάζουμε στο κέντρο του ναού τον Επιτάφιο με την εικόνα του Κυρίου στον τάφο, όταν πια η μεγάλη αυτή ημέρα βρίσκεται στο τέλος, ξέρουμε ότι και μεις βρισκόμαστε στο τέλος της μακράς ιστορίας της σωτηρίας και της λύτρωσης. Η Έβδομη Ημέρα, «Ημέρα της αναπαύσεως», το ευλογημένο Σάββατο έρχεται. Μαζί του έρχεται η αποκάλυψη του Ζωηφόρου Τάφου... 

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 22, 2023

ΠΡΙΝ ΜΕ ΒΡΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ!

ΠΕΜΠΤΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ

«Ἡμάρτηκα ὑπέρ πάντας ἀνθρώπους ὁ ἄθλιος, καί ἀμετανόητα ὡς Μανασσῆς ἐπλημμέλησα˙ τρόπους μετανοίας μοι ποίησον, Κύριε, πρίν με λύσῃ θάνατος» (ωδή δ΄ Τριωδίου Πέμπτης της Τυρινής).

(Αμάρτησα πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους ο άθλιος και έπεσα χωρίς μετάνοια σε πλημμελήματα σαν τον Μανασσή. Γι’ αυτό, Κύριε, πριν με διαλύσει ο θάνατος κάνε με να ακολουθήσω τους δρόμους της μετάνοιας).

Είναι η κραυγή του γνησίως μετανοούντος, όπως την καταγράφει ο πράγματι γνήσιος εργάτης της μετανοίας άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος. Ποια τα στοιχεία της γνήσιας αυτής μετάνοιας; Η συναίσθηση πρώτον των αμαρτιών του. Ο πιστός αισθάνεται ότι βρίσκεται σε κατάσταση αθλιότητας. Όχι γιατί είναι φτωχός υλικά ή δεν έχει «πρόσωπο» στην κοινωνία - ένα είδος «Αθλίων» του Ουγκώ – αλλά γιατί δεν βλέπει τίποτε καλό στον εαυτό του: είναι φτωχός από πλευράς πνευματικής, τόσο που μοιάζει με τον βασιλιά των Ιουδαίων Μανασσή που διακρινόταν για την κακότητά του, τις αδικία του, την ειδωλολατρία του. Και μάλιστα φτάνει στο σημείο να κατατάσσει τον εαυτό του στον «πάτο» των αμαρτωλών. «Αμάρτησα πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους»! Αλλά γι’ αυτό ακριβώς και επισημαίνεται εδώ η μεγάλη χαρισματική κατάσταση στην οποία ζει. Διότι για να δει κανείς τον εαυτό του αμαρτωλό και μάλιστα χειρότερο όλων απαιτείται ιδιαίτερος φωτισμός από τον Θεό, ένας φωτισμός που ανοίγει τα μάτια για να καταλάβει τα πραγματικά όρια της κτιστότητάς του. Αυτό δεν είπε και ο Κύριος; «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε». Από μόνος του ο άνθρωπος είναι ένα «τίποτε». Γιατί δεν μπορεί να κάνει οτιδήποτε καλό. Ο σύγχρονός μας όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης το εξέφραζε, ως γνωστόν, με τον μοναδικό δικό του τρόπο: «Αυτό που έχω δικό μου είναι ό,τι κατεβάζει η…μύτη μου!» Άλλωστε ο Κύριος πάλι, αυτόν τον άνθρωπο πρώτα από όλους μακάρισε: αυτόν που αισθάνεται την πνευματική του φτώχεια. «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η Βασιλεία των Ουρανών». Είναι το πνευματικό ύψος του αποστόλου Παύλου, ο οποίος με πλήρη επίγνωση ομολογούσε: «Ο Χριστός ήλθε να σώσει τους αμαρτωλούς, πρώτος των οποίων είμαι εγώ». Οπότε, για την πίστη μας ο πνευματικός αγώνας εκεί είναι προσανατολισμένος: να φτάσουμε στην όραση του αληθινού εαυτού μας˙ να βλέπουμε τον άδη μας και τα μαύρα χάλια μας!

Η παραπάνω χαρισματική κατάσταση της αληθινής θέασης του εαυτού μας ισχύει όμως, κι είναι το δεύτερο που επισημαίνει ο άγιος υμνογράφος, όταν συνυπάρχει με την ελπίδα στον Χριστό. Σ’ Αυτόν προστρέχει ο πιστός για να του δώσει τη μετάνοια. Γιατί η μετάνοια δεν είναι κτήμα δικό μας. Βιώνεται από εμάς όταν ο Κύριος δει την καλή μας διάθεση και μας την παρέχει ως δώρο. Όπως το ομολογούμε παρακλητικά διαρκώς στην Εκκλησία μας τις Σαρακοστές: «Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας, ζωοδότα», άνοιξέ μου, ζωοδότη Κύριε, τις πύλες της μετάνοιας. Είναι καρπός συνέργειας Θεού και ανθρώπων η μετάνοια. Κι όχι μόνο τούτο. Ο σοφός υμνογράφος κάνει και δύο ακόμη σημαντικές παρατηρήσεις: η μετάνοια έχει πολλούς τρόπους – μπορεί κανείς να αλλάξει ζωή και να σχετιστεί με τον Κύριο από όποιον δρόμο είναι προσφορότερος προς εκείνον. Είτε λέγεται προσευχή ο δρόμος αυτός είτε πένθος και δάκρυα είτε στεναγμός βαθύς της ψυχής είτε καταβολή κόπου και ασκητικής προσπάθειας, όλα αυτά και πολλά άλλα συνιστούν δωρεές του Κυρίου στις ψυχές που τελικώς στρέφονται προς Αυτόν και ζητούν το έλεός Του. Κι ακόμη: σημειώνει ο άγιος Ιωσήφ το σπουδαιότερο όπλο του ανθρώπου για να προκληθεί στη μετάνοια˙ τη μνήμη του θανάτου. Πράγματι, η υπενθύμιση στον εαυτό μας ότι δεν είμαστε αιώνιοι στον κόσμο τούτο κι ότι έρχεται το τέλος το οποίο μάλιστα είναι άδηλο – μπορεί η κάθε ώρα και ημέρα μας να είναι και η ώρα κλήσεως φυγής μας από εδώ – δεν λειτουργεί για τον σοβαρά σκεπτόμενο και έχοντα λίγη πίστη άνθρωπο ως το όριο που τον κινητοποιεί να μετανοήσει, να δει τον εαυτό του και να πάρει τον δρόμο επιστροφής προς τον Κύριο; Κι είναι τούτο ό,τι σημαντικότερο για τη ζωή μας. Διότι ο Χριστός μας αυτό καθόρισε ως τρόπο ζωής με τον ερχομό Του: «Μετανοείτε. Γιατί έφτασε η Βασιλεία του Θεού». Τελικώς υπάρχουν πολλοί δρόμοι μετανοίας, πολλά μονοπάτια για να την περπατήσει κανείς, αλλά δεν παύει όμως να αποτελεί τον ένα δρόμο της αληθινής ζωής, τον μονόδρομο για τον κάθε πιστό.

πηγή

Σάββατο, Δεκεμβρίου 31, 2022

ΤΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

 




“Χαίρων ἀνεκήρυξας τό Εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας, Βασίλειε” (στιχηρόν προσόμοιον του Εσπερινού της εορτής σε ήχο δ᾽)

    Τρία ερωτήματα τα οποία ζητούν απάντηση μάς θέτει, μεταξύ άλλων, η είσοδός μας στον νέο χρόνο. Και είναι αληθινή ευλογία το ότι κάθε καινούργια χρονιά συνδέεται με την εκκλησιαστική ζωή με δύο σπουδαίες γιορτές: την περιτομή του Χριστού, στην οποία ο Κύριος επέδειξε σεβασμό στα ανθρώπινα έθιμα, τα συνδεδεμένα με την θρησκεία, για να δείξει ότι είναι τέλειος άνθρωπος, εκτός από τέλειος Θεός, και την μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου, του ξεχωριστού Αγίου και πατρός της Εκκλησίας μας, η ζωή του οποίο αποτελεί απάντηση στα τρία αυτά ερωτήματα. Και ο λόγος του ιερού υμνογράφου, ο οποίος συνδέει το όνομα του Αγίου Βασιλείου με την βασιλεία του Θεού, αλλά και μας υπενθυμίζει τι σημαίνει Ευαγγέλιο, αλλά και η διακήρυξή του, δίνει μία συνολική πρόταση ζωής, που κάνει τον χρόνο να έχει νόημα, πέρα από το εφήμερο.
    Το πρώτο ερώτημα είναι: γιατί ζούμε; γιατί μας δίδεται ο χρόνος; Το ερώτημα έχει συγκλονιστική διάσταση, καθότι η είσοδός μας στον χρόνο και την ζωή είναι ένα γεγονός ανελευθερίας σε προσωπικό επίπεδο. Κανείς δεν μας ρώτησε αν θέλαμε να γεννηθούμε. Την στιγμή που “ἐκ τοῦ μή ὄντος” έρχόμαστε στο “εἶναι”δεν υπάρχει ελευθερία και δικαίωμα. Ο χρόνος αφ᾽ εαυτού του δεν είναι επιλογή μας. Κι όμως καλούμαστε να τον ζήσουμε. Υπάρχει απάντηση στο “γιατί”. Και η απάντηση είναι αγάπη και βασιλεία. Μας δόθηκε η ζωή που συνδέεται με τον χρόνο από τον Θεό που μας αγαπά. Και η αγάπη δημιουργεί, γεννά ζωή, γεννά πρόσωπα. Μαζί με τον Θεό μάς δόθηκε η ζωή και από τους κατά σάρκα γονείς μας, από τους ανθρώπους ως συνδημιουργούς της αγάπης. Η ζωή όμως δεν είναι απλώς για να την ζήσουμε. Είναι για να την ζήσουμε βρίσκοντας την βασιλεία του Θεού. “Βασιλεύω” σημαίνει αγαπώ και μοιράζομαι ό,τι είμαι και ό,τι έχω με τους άλλους, διακονώντας τους, όχι για να τους εξουσιάζω, ούτε απλώς για να συν-υπάρχω και να συν-οδοιπορώ, αλλά για να βιώνω κάθε στιγμή την ζωή ως αγάπη. Γι’ αυτό οι αυθεντικοί βασιλιάδες δεν ήταν οι εξουσιαστές και οι τύραννοι, αλλά εκείνοι που έμεναν στην καρδιά του λαού τους επειδή τον αγαπούσαν και νοιάζονταν γι’ αυτόν. Γι’ αυτό και ο Θεός είναι βασιλεύς πάντων των αιώνων και δημιουργός. Γιατί είναι Αγάπη. Και η Εκκλησία είναι ο τρόπος και η εμπειρία της αγάπης, όπου ο Θεός στο πρόσωπο του Χριστού μάς δίδεται λειτουργικά ως αγάπη, ως Σώμα και Αίμα. Όπου στο πρόσωπο κάθε συνανθρώπου, κάθε αδελφού βλέπουμε τον Χριστό. Όπου ζούμε τον χρόνο ως καιρό βασιλείας, καιρό αγάπης κάθε στιγμή.
    Το δεύτερο ερώτημα είναι γιατί πεθαίνουμε; Και πάλι δεν θα μας ρωτήσει κανείς αν θέλουμε να πεθάνουμε. Ο χρόνος της παρούσης ζωής, της κτιστότητας, περιλαμβάνει εκτός από την είσοδο και την έξοδό μας από αυτόν. Στο τεράστιο αυτό γιατί, που απασχολεί κάθε ύπαρξη, έρχεται και πάλι η πίστη να δώσει απάντηση. Ο χρόνος μάς δίδεται ως Ευαγγέλιο, ως είδηση και αγγελία χαράς στο πρόσωπο του Χριστού και της βασιλείας Του, “ἦς οὐκ ἔσται τέλος”. Ο θάνατος για όσους πιστεύουμε στον Χριστό δεν είναι απόγνωση, ούτε συμβιβασμός. Χριστός ετέχθη, Χριστός περιετμήθη, Χριστός εβαπτίσθη, Χριστός εδίδαξε, Χριστός εθαυματούργησε, Χριστός έπαθε, Χριστός Ανέστη, Χριστός ανελήφθη, Χριστός πάλιν έρχεται. Ο Χριστός είναι το Ευαγγέλιο που μας λυτρώνει από τον θάνατο και μας δίδει χαρά. Ο Χριστός που προσέλαβε όλα τα ανθρώπινα, δίχα αμαρτίας, ακόμη και τον θάνατο μας καλεί να δούμε τον χρόνο ως κοινωνία μαζί Του, να Τον συναντήσουμε στην γιορτή της Εκκλησίας όχι εφήμερα, αλλά συνεχώς, να Τον συναντήσουμε στα πρόσωπα των συνανθρώπων μας, των Αγίων και των αμαρτωλών, να Τον συναντήσουμε ως αγάπη, συγχώρηση, ανάσταση από κάθε μορφή θανάτου, πνευματικό, σωματικό, αιώνιο, και να πιστέψουμε ότι η χαρά του Ευαγγελίου δεν νικιέται από τον θάνατο.
    Το τρίτο ερώτημα είναι τι κάνουμε για να έχει η ζωή μας νόημα που ξεπερνά το πρόσκαιρο;   Ο κόσμος και η φιλοσοφία του έχουν πολλές προτάσεις, οι οποίες όμως σταματούν στην έξοδο από την ζωή. Οι άλλες θρησκείες μιλούν κάποτε για μεταθανάτια πραγματικότητα, που δεν συμπεριλαμβάνει όμως τον σύνολο άνθρωπο, αλλά μόνο το πνεύμα του. Ακόμη και οι δύο άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες, ο Ιουδαϊσμός και το Ισλάμ, που πιστεύουν στην ανάσταση, δεν αφήνουν περιθώριο για όλους τους ανθρώπους να ελπίσουν ότι ως εικόνες Θεού έχουν περιθώριο. Μόνοι οι δικοί τους μπορεί να σωθούν κι εκεί χωρίς Χριστό. Η πίστη μας όμως δίνει και πάλι την απάντηση. Είναι η κήρυξη. Ο χρόνος μάς δίδεται για να διακηρύξουμε την εν ημίν ελπίδα λόγοις και έργοις. Όχι ως αγγαρεία για να αποφύγουμε μια κάποια κόλαση Ούτε ως ανταμοιβή εγωισμού και περηφάνειας, ως ένα δούναι και λαβείν. Μας δίδεται για να διακηρύξουμε τον τρόπο της αγάπης, λειτουργώντας προφητικά, ελπιδοφόρα, με την δοξολογία του Θεού για όλα όσα μάς έδωσε, για την πλάση, την ανάπλαση, την ανάσταση. Και η κήρυξη είναι για όλους τους ανθρώπους. Είναι για την σύνολη ύπαρξη. Είναι μία πρόσκληση συνάντησης στην αγάπη. Είναι μία φωνή μέσα μας που μας ζητά να μη σταματήσουμε στιγμή να καταγγέλουμε τοις πάσι τον Χριστό που σώζει, θεώνοντας όποιον ελεύθερα Τον ακολουθήσει.
    Αυτή η στάση ζωής κρύβει σταυρό. Έχει οδύνη και ωδίνες. Η οδύνη πηγάζει από την θέαση του κόσμου στον οποίο ζούμε. Από την θέαση του διασπασμένου εαυτού μας. Όταν βλέπουμε από την μία μια καρδιά που θέλει να τα ελέγξει όλα και δεν μπορεί, ότι γέμει παθών και ήττας και θλίβεται μπροστά στον θάνατο κάθε μορφής. Κι από την άλλη, να έχουμε την επιθυμία “Χριστόν ἐνεδύσασθαι”, μόνο που ο έτερος νόμος εν τοις μέλεσιν ημών μάς κλέβει την χαρά. ΚΙ όμως, το παράδειγμα των Αγίων μας είναι η χαρά. Διότι άγιος είναι αυτός που ζει τον Χριστό στην καρδιά του ως βασιλεία, ευαγγέλιο και κήρυξη. Και αλλάζει έτσι η θέαση του κόσμου εντός τους. Παλεύουν να γεννήσουν τον Χριστό στις καρδιές των άλλων, όσον πόνο κι αν αυτό έχει, όσον σταυρό, όσον κόπο. Και ένας λόγος ακούγεται μέσα τους. Όπως ο Χριστός, έτσι κι εκείνοι και έτσι κι εμείς, αν ακολουθούμε το παράδειγμά τους, “ἐξήλθομεν νικῶντες καί ἵνα νικήσωμεν” (Ἀποκ. 6,2)!
    Αυτή ήταν η οδός του Μεγάλου Βασιλείου. Οδός βασιλείας και αφιέρωσης λειτουργικής στον Χριστό ως θησαυρό της ζωής του. Οδός Ευαγγελίου, δηλαδή βίωση της ζωής ως αγάπης, συγχώρησης και ανάστασης από τον θάνατο κάθε μορφής. Οδός κήρυξης του Χριστού, λόγοις και έργοις. Ένειμε τα χαρίσματά του, τους κόπους του, την πίστη του τοις πάσι. Πόνεσε, γέννησε καρπούς πνευματικούς, τα κατά πνεύμα παιδιά του, τα κείμενά του, την θεολογία του, την φιλανθρωπία του, την όλη ζωή, ακόμη και τον θάνατό του, απαντώντας στα τρία ερωτήματα: Γιατί γεννήθηκα; Από αγάπη και να αγαπώ ως βασιλεύς. Γιατί πεθαίνω; Για να αναστηθώ από αγάπη, νικώντας εν Χριστώ την φθορά του χρόνου, το κακό, τον θάνατο. Τι να κάνω; Να διακηρύξω τον Χριστό με κάθε δύναμη και κάθε αδυναμία της ύπαρξής μου, πρωτίστως όμως με την χαρά ότι δεν είμαι μόνος μου!
    Αυτή είναι η οδός του χρόνου στην Εκκλησία!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Πρωτοχρονιά 2023

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...